ΓΤΤ


Τετάρτη 25 Νοεμβρίου 2009

ΟΜΙΛΙΑ ΓΙΩΡΓΟΥ ΠΑΠΑΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΣΤΗ ΣΥΝΕΔΡΙΑΣΗ ΤΗΣ ΔΙΑΡΚΟΥΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΥΠΟΘΕΣΕΩΝ ΣΤΗ ΒΟΥΛΗ .







Κυρίες και κύριοι Βουλευτές,
η χώρα βρίσκεται σε μια εξαιρετικά δύσκολη δημοσιονομική κατάσταση. Έχουμε ένα έλλειμμα 30 δις ευρώ. Έχουμε ένα δημόσιο χρέος 300 δις ευρώ. Δεν βρεθήκαμε εδώ τυχαία. Είμαστε εδώ, όπως ακριβώς αναφέρεται στην Εισηγητική Έκθεση στον Προϋπολογισμό, διότι υπήρξαν συγκεκριμένες ανεύθυνες πολιτικές επιλογές της προηγούμενης Κυβέρνησης. Αυτή την κατάσταση καλείται η σημερινή Κυβέρνηση να διαχειριστεί. Όσο και αν ενοχλεί τον Εισηγητή της Μειοψηφίας, δυστυχώς η χώρα βρίσκεται σε αυτό το σημείο και η σημερινή Κυβέρνηση καλείται να διαχειριστεί αυτή την εξαιρετικά επικίνδυνη κατάσταση.
Η διαφορά μας με την προηγούμενη  Κυβέρνηση, αλλά και με Κυβερνήσεις  άλλων χωρών, είναι ότι εμείς, αυτή την εξαιρετικά άσχημη δημοσιονομικά  κατάσταση, δεν θα την χρησιμοποιήσουμε ως άλλοθι για να αθετήσουμε δεσμεύσεις, που έχουμε αναλάβει απέναντι στους Έλληνες πολίτες. Είχαμε πει προεκλογικά ότι κάθε προοδευτική και υπεύθυνη Κυβέρνηση οφείλει να κάνει κινήσεις, όταν η χώρα είναι σε κρίση, όταν η οικονομία είναι σε ύφεση, όταν η ελληνική οικογένεια έχει πρόβλημα να κλείσει το μήνα, όταν υπάρχει κόσμος που δεν μπορεί να πληρώσει τα δάνεια του, όταν υπάρχει ανέχεια και φτώχεια.
Αυτό το νομοσχέδιο είναι προς αυτήν την κατεύθυνση. Είναι μια συνειδητή πράξη κοινωνικής δικαιοσύνης και αναδιανομής, που παρέμβαση παρόμοιας εμβέλειας δεν έχει γίνει ξανά στη χώρα μας. Διότι δεν θυμάμαι άλλο νομοσχέδιο, με το οποίο να γίνεται παρόμοια παρέμβαση που φτάνει σε 2,5 εκ. συμπολίτες μας. Είναι μια παρέμβαση που φτάνει και ξεπερνάει το 1 δις ευρώ. Δεν θυμάμαι παρόμοια παρέμβαση αναδιανομής.
Γιατί εμείς δεν είμαστε διατεθειμένοι να περάσουμε στη μέση ελληνική οικογένεια το λογαριασμό για την πραγματική ενίσχυση που χρειάζεται. Εμείς δεν θα το κάνουμε. Γι’ αυτό και η ενίσχυση αυτή είναι μια ισορροπημένη παρέμβαση, που επιβαρύνει τους έχοντες και κατέχοντες κατά 1 δις ευρώ και το δίνει στοχευμένα, εκεί που πρέπει να δοθεί.
Αυτό το 1 δις ευρώ είναι μια πολύ σημαντική ενίσχυση στο σημερινό περιβάλλον. Είναι ένα νούμερο, το οποίο και σε όρους του ΑΕΠ, αλλά και σε πραγματικούς όρους, είναι μια παρέμβαση που θα κάνει διαφορά.
Με αυτό το νομοσχέδιο, λοιπόν, η Κυβέρνηση κάνει το πρώτο βήμα σε μια κατεύθυνση, την οποία προγραμματικά έχει δηλώσει ο Πρωθυπουργός στη  Βουλή και στην οποία όλα τα μέλη της Κυβέρνησης δεσμευόμαστε. Αυτή η κατεύθυνση είναι να ανατάξουμε την οικονομία για τους οικονομικά ασθενέστερους και ταυτόχρονα να νοικοκυρέψουμε τα δημόσια οικονομικά. Θα ήταν απολύτως ανεύθυνο, ατελέσφορο και κοινωνικά άδικο, αν σε αυτή την δύσκολη κατάσταση, δεν κάναμε παρόμοιες κινήσεις. Ταυτοχρόνως, θα ήταν ανεύθυνο, αν ως Κυβέρνηση δεν παίρναμε μέτρα, για να μειώσουμε το τεράστιο έλλειμμα και χρέος που έχει αυτή η χώρα.
Με  το νομοσχέδιο αυτό, μετά από μια εξαιρετικά χρήσιμη διαδικασία κοινωνικής διαβούλευσης, στην οποία είχαμε περί τα 900 σχόλια στο προσχέδιο και για τα οποία η Επιτροπή Οικονομικών Υποθέσεων έχει ενημερωθεί, ξεκινάμε αυτή τη συζήτηση. Το νομοσχέδιο στην πράξη έχει δύο βασικά μέρη. Το πρώτο μέρος είναι η έκτακτη ενίσχυση κοινωνικής αλληλεγγύης, η οποία αφορά 2,5 εκ. άτομα. Είναι δύο ειδών κατηγορίες. Κατ’ αρχάς, επιλέγουμε στοχευμένα να στηρίξουμε τις οικογένειες με παιδιά. Είναι μια συγκεκριμένη κοινωνική στόχευση. Είναι επιλογή της Κυβέρνησης, γιατί οι οικογένειες με παιδιά είναι οι  πιο ευάλωτες. Βάζουμε συγκεκριμένα εισοδηματικά κριτήρια, έτσι ώστε να στηριχθούν αυτοί μόνο που έχουν ανάγκη. Ταυτόχρονα, ενισχύουμε συγκεκριμένες ευπαθείς ομάδες, όπως είναι οι συνταξιούχοι με πολύ χαμηλό εισόδημα, τα άτομα με αναπηρίες, οι νεφροπαθείς, οι μεταμοσχευμένοι, τα απροστάτευτα τέκνα, οι ανασφάλιστοι και οι άνεργοι ή επιδοτούμενοι από τον ΟΑΕΔ. Είναι ομάδες συμπολιτών μας, που έχουν διαμορφωθεί και έχουν λάβει υπόψη και το αποτέλεσμα της κοινωνικής διαβούλευσης.
Το  ύψος της ενίσχυσης ξεκινά από 300 ευρώ. Φτάνει στα  1.300 ευρώ. Είναι προφανές ότι το ανώτατο επίπεδο αφορά λίγους συμπολίτες μας. Εξάλλου, υπήρχε συγκεκριμένος πίνακας, ο οποίος διανεμήθηκε στην πρώτη συζήτηση που έγινε σε αυτή την Επιτροπή και ο πίνακας αυτός ισχύει. Όλοι γνωρίζουμε τον αριθμό των συμπολιτών μας που θα πάρουν 1.300 ευρώ. Όμως, σε αυτή τη συγκυρία, είναι σημαντικό ότι ένα πολύ μεγάλος μέρος του πληθυσμού, που περίπου αντιστοιχεί και με το ποσοστό που βρίσκεται επίσημα κάτω από το όριο της φτώχειας, παίρνει αυτή την ενίσχυση. Σύμφωνα με τις διεθνείς στατιστικές, το ποσοστό που βρίσκεται κάτω από το όριο της φτώχειας είναι περί το 21% με 22%, αυξημένο σήμερα από ό,τι ήταν πριν πέντε χρόνια και είναι περί τα 2,5 εκ. άτομα. Δεν θα ισχυριστώ ότι ακριβώς αυτοί οι 2,5 εκ. άνθρωποι συμπίπτουν με αυτούς που είναι πραγματικά φτωχοί στη χώρα μας, διότι όλοι γνωρίζουμε ότι το ελληνικό σύστημα κοινωνικού κράτους έχει ατέλειες.
Η Κυβέρνηση δεν θα ισχυριστεί ότι  αυτό το νομοσχέδιο αποτελεί την αρχή και το τέλος της κοινωνικής της  παρέμβασης. Κάθε άλλο. Είναι, όμως, ένα πολύ σημαντικό βήμα και  καλώ τα κόμματα της Αντιπολίτευσης να το στηρίξουν. Να ξεφύγουν από τη λογική στείρας αντιπαράθεσης, να στηρίξουν αυτήν την παρέμβαση που έχει κοινωνικό εκτόπισμα και δεν μετακυλύει το λογαριασμό στο μέσο Έλληνα φορολογούμενο. Διότι, επιλέγουμε να φορολογήσουμε έκτακτα τις 400 πιο κερδοφόρες ελληνικές επιχειρήσεις, οι οποίες καλούνται με ένα κλιμακωτό τρόπο – ανάλογα με τα κέρδη τους, με κέρδη πάνω από 5 εκ. ευρώ – να συνεισφέρουν σε αυτή την προσπάθεια. Θεωρώ θετικό ότι, παρά το γεγονός ότι υπάρχουν προφανώς προβλήματα και μεγάλες διαφωνίες από τις συγκεκριμένες επιχειρήσεις, η συλλογική έκφραση των επιχειρήσεων δέχεται να συμμετάσχει σε αυτή την προσπάθεια.
Ταυτόχρονα,  επιβαρύνουμε τη μεγάλη ακίνητη περιουσία, δηλαδή τα ακίνητα με αντικειμενική αξία σε ατομική βάση πάνω από 400.000 ευρώ. Σε σύνολο 4,5 εκ. συμπολιτών μας είναι 70.000 αυτοί που επιβαρύνονται. Και η τρομοκρατία απέναντι στη μεσαία τάξη – η οποία είναι προάγγελος και επιχειρεί να πείσει την Κυβέρνηση ή να δημιουργήσει κλίμα, ώστε να μην προχωρήσουμε στη φορολόγηση της μεγάλης ακίνητης περιουσίας, όπως και θα κάνουμε του χρόνου – απλώς δεν θα περάσει. Η συγκεκριμένη έκτακτη επιβάρυνση αφορά 70.000 άτομα. Με τα παραδείγματα, τα οποία έχουμε δώσει στην δημοσιότητα, γίνεται απολύτως σαφές ότι επιβαρύνεται πραγματικά η μεγάλη ακίνητη περιουσία. Είναι μια επιβάρυνση κοινωνικά δίκαιη, για την οποία είχαμε δεσμευτεί προεκλογικά. Και θα βοηθήσει να βρεθούν τα χρήματα, ακριβώς για να μπορέσουμε να στηρίξουμε τους συμπολίτες μας.
Θα  ήθελα να αναφερθώ στο ευρύτερο πλαίσιο. Θα συμφωνήσω με τον κ. Παπαδημούλη, ότι η αναδιανομή, προφανώς δεν είναι ζήτημα μιας εφάπαξ ρύθμισης. Ελπίζω ότι, όταν ανοίξουμε τη συζήτηση, σε δύο εβδομάδες, για τη φορολογική μεταρρύθμιση, να βρούμε δυνάμεις πέρα από τον πολιτικό μας χώρο ως συμμάχους σε μια ριζική μεταρρύθμιση, η οποία θα διευρύνει τη φορολογική βάση και δεν θα καταλήγει στο να επιβαρύνονται μονίμως οι ίδιοι, τα γνωστά φορολογικά υποζύγια. Αντιθέτως, θα δίνει μια δικαιότερη αναδιανομή, επιβαρύνοντας περισσότερο τους έχοντες και τους κατέχοντες.
Είναι προφανές ότι αυτό το νομοσχέδιο δεν αποτελεί την τελευταία λέξη της Κυβέρνησης ως προς το ζήτημα της αναδιανομής. Είναι προφανές ότι αυτό το νομοσχέδιο δεν είναι η πεμπτουσία της πολιτικής μας για το κοινωνικό κράτος. Πώς θα μπορούσε να είναι, άλλωστε; Μια Κυβέρνηση 40 – 50 ημερών καλείται να διαχειριστεί ένα τεράστιο δημοσιονομικό πρόβλημα και τις δυστοκίες και δυσλειτουργίες των δομών που υπάρχουν σήμερα στο ελληνικό Κράτος. Ξέρουμε πολύ καλά ότι, αυτή τη στιγμή, δεν έχουμε τα κατάλληλα εργαλεία για να αντιμετωπίσουμε την πραγματική  φτώχεια στην ελληνική κοινωνία.
Στην Ελλάδα, περισσότερο από οποιαδήποτε άλλη χώρα, η μείωση της φτώχειας πριν και μετά τις κοινωνικές μεταβιβάσεις, είναι ελάχιστη. Αυτό σημαίνει ότι πρέπει να βρούμε νέα εργαλεία. Όμως, θα περιμένουμε μέχρις ότου μεταρρυθμίσουμε πλήρως το κοινωνικό κράτος, για να μπορέσουμε να κάνουμε μια παρόμοια παρέμβαση που σε αυτή την κρίσιμη στιγμή θα βοηθήσει; Όχι, εμείς δεν θα περιμένουμε. Θα κάνουμε αυτή την παρέμβαση και ταυτοχρόνως, μέσα από το φορολογικό σύστημα και μέσα από άλλες παρεμβάσεις, θα μπορέσουμε να βελτιώσουμε το κοινωνικό κράτος και να λειτουργήσουμε καλύτερα σε μια κατεύθυνση αναδιανομής. Θα περιμένουμε μέχρις ότου κάνουμε μια πλήρη αναμόρφωση του φορολογικού συστήματος, προτού πάμε να επιβαρύνουμε περισσότερο τους έχοντες και τους κατέχοντες; Όχι, θα κάνουμε μια εφάπαξ εισφορά στις πολύ κερδοφόρες επιχειρήσεις και μια εφάπαξ εισφορά στη μεγάλη ακίνητη περιουσία, ακριβώς για να μπορέσουμε να χρηματοδοτήσουμε αυτή την πολιτική.
Άρα, λοιπόν, το νομοσχέδιο αυτό είναι μια πρώτη σημαντική κίνηση της Κυβέρνησης. Εμείς το πιστεύουμε αυτό. Επίσης, αν θέλετε, αδικεί το νομοσχέδιο όταν περιστρέφεται  η συζήτηση γύρω από το ποιοι δεν θα πάρουν το επίδομα ή εάν και  κατά πόσο επιβαρύνονται κάποιοι με μεσαίες ακίνητες περιουσίες. Είναι απολύτως κατανοητό, ότι θα υπάρξουν συγκεκριμένες οικογένειες που θα είχαν πραγματικά ανάγκη το επίδομα αυτό και με το ισχύον πλαίσιο δεν θα μπορέσουν να είναι αποδέκτες. Η κοινωνική πολιτική δεν σταματά, όμως, εδώ. Συνεχίζεται με μια σειρά από άλλες παρεμβάσεις.
Είναι προφανές ότι η ανάταξη της  ελληνικής οικονομίας δεν θα γίνει μόνο μέσα από μια παρέμβαση του 1 δις ευρώ. Είναι προφανές ότι η κοινωνική πολιτική της Κυβέρνησης δεν σταματά σε αυτή την παρέμβαση. Υπάρχουν νομοσχέδια που βοηθούν τους δανειολήπτες, υπάρχουν νομοσχέδια που βοηθούν την υγιή επιχειρηματικότητα. Υπάρχει το νομοσχέδιο για τη στήριξη των νέων να μπουν στην αγορά εργασίας και υπάρχει και ένας προϋπολογισμός που βρίσκει 1 δις ευρώ να δώσει στην Παιδεία, βρίσκει για να αυξήσει τις δημόσιες επενδύσεις. Το κάνει συνειδητά και με συγκεκριμένο τρόπο. Και, παρόλα αυτά, μειώνει το έλλειμμα κατά 3,6% του ΑΕΠ.
Άρα, λοιπόν, η οικονομική πολιτική της Κυβέρνησης είναι μια πολιτική τετραετίας. Είναι μια πολιτική που θα ενδυναμώσει την ελληνική οικονομία. Θα στηρίξει το εισόδημα της μέσης ελληνικής οικογένειας και των εισοδηματικών στρωμάτων που πλήττονται περισσότερο. Θα προχωρήσει σε γενναία μέτρα αναδιανομής, διευρύνοντας τη φορολογική βάση και κάνοντας μια πολύ συνειδητή προσπάθεια συμμαζέματος ενός σπάταλου πελατειακού δημόσιου τομέα που, δυστυχώς, βρήκαμε σε μια κατάσταση που δεν τιμά μια σύγχρονη ευρωπαϊκή χώρα.