ΓΤΤ


Τετάρτη 16 Ιουνίου 2010

Ποδοσφαιρική Κρίση;;;

του Β.Ιακωβάκη

Το καλοκαίρι του 2010 ενδέχεται να μείνει στην ιστορία για πολλά πράγματα: Είναι σαφώς ένα καλοκαίρι – Γολγοθάς για τα οικονομικά των ελλήνων, ένα καλοκαίρι στο οποίο θα δοκιμαστεί η ελληνική πολιτική σκηνή σε θέματα που «καίνε», μια περίοδος καύσωνα κατά την οποία μετεωρολογικές προβλέψεις κάνουν λόγο για θερμοκρασίες ρεκόρ, κι ίσως το πρώτο καλοκαίρι το οποίο θα περάσει αφήνοντας πολλούς υποψήφιους φοιτητές με την αγωνία τους λόγω των συνεχών στάσεων εργασίας της ΟΛΜΕ εξαιτίας των μειώσεων στις αποζημιώσεις. Ωστόσο όλα δείχνουν πως κάτι που θα προσπερνάτε στις μελλοντικές αναπολήσεις του τρέχοντος έτους είναι το θέαμα του Παγκοσμίου Κυπέλλου της Νότιας Αφρικής, θέμα που ξεκάθαρα δε δύναται να αφήσει αδιάφορο έναν τόσο ποδοσφαιρόφιλο λαό όπως οι έλληνες.


Το ποδόσφαιρο είναι το όπιο των λαών έγραψε κάποτε κάποιος παραφραστής του Μαρξ, ουαί κι αλίμονο όμως αν μας λείψουν ορισμένες στιγμές χαλάρωσης και «εθελοτυφλίας», επιτρέψτε μου τη
χρήση της λέξης, ειδικά φέτος που η υπομονή μας δοκιμάζεται όπως ποτέ άλλοτε, τουλάχιστον όσον αφορά τους νέους της γενιάς μας. Είτε δουλεύεις απ’ το πρωί και γυρνάς σπίτι σου εξαντλημένος, είτε έχεις διαβάσει δέκα ώρες σερί και το κεφάλι σου πάει να σπάσει, δυο ώρες καλού ποδοσφαίρου είχαν κι έχουν πάντοτε θαυματουργά αποτελέσματα. Φέτος όμως, στη διοργάνωση που διεξάγεται στη μακρινή Αφρική, η στρογγυλή θεά δε …μας τα λέει καλά, κι ο απολογισμός γκολ και θεάματος είναι μέχρι στιγμής φτωχός.


«Τις πταιει» λοιπόν γι’ αυτή τη μίνι ποδοσφαιρική κρίση; Από πού να αρχίσει κανείς και που να τελειώσει. Η μεγαλύτερη συνιστώσα της δύναμης που αφαιρεί απ’ το ποδόσφαιρο τη χαρά είναι σίγουρα η εμπλοκή της διαφήμισης και των μεγάλων κεφαλαίων στη ποδοσφαιρική βιομηχανία. Κάτι που άρχισε απ’ τα μεγαλύτερα ευρωπαϊκά κλαμπ και τους διάσημους ποδοσφαιριστές τους με τους εκατοντάδες προσωπικούς χορηγούς κι εισχωρεί αποφασιστικά και σε επίπεδο εθνικών ομάδων με τη μορφή των υπέρογκων πριμ στους νικητές, φιναλίστ και πάει λέγοντας. Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα της Nationalmannschaft, της εθνικής ομάδας των γερμανών, οι παίκτες της οποίας θα λάβουν πριμ 250.000 ευρώ έκαστος αν κι εφόσον κατακτήσουν το παγκόσμιο κύπελλο, τη στιγμή που οι ομοεθνείς τους νικητές της διοργάνωσης που έγινε μόλις πριν από 20 χρόνια στην Ιταλία πήραν το ποσό των 64.100 ευρώ. Λογικό είναι λοιπόν να παρατηρείτε μια υστεροβουλία στο παιχνίδι των ομάδων από τη στιγμή που οι αγωνιζόμενοι καλοβλέπουν την αύξηση των τραπεζικών τους λογαριασμών! Για να μη μιλήσουμε για τα χρήματα που θα χάσει κάποιος αν τραυματιστεί και μείνει εκτός αγωνιστικών χώρων για μεγάλο διάστημα.


Ένας άλλος λόγος είναι η φυσική κι αγωνιστική κατάσταση των παικτών, όπου εδώ συμβαίνει το εξής παράδοξο: Απ’ τη μία είναι κοινό μυστικό ότι οι ποδοσφαιριστές παγκόσμιας κλάσης κουράζονται πλέον πολύ. Σ’ αυτό συντελούν κι οι διπλές προπονήσεις καθημερινά, και η συμμετοχή τους σε αγώνες κάθε τρεις μέρες, αλλά και τα πολλά αεροπορικά ταξίδια κι η τεράστια ψυχολογική πίεση. Δεν είναι κι απορίας άξιο ως εκ τούτου η ελάχιστη διάθεση που δείχνουν στα 4-5 παιχνίδια που τους χωρίζουν απ’ τις καλοκαιρινές διακοπές τους. Απ’ την άλλη, και μιλώντας για αυτό το επίπεδο προπόνησης, οι αμυντικοί παίκτες έχουν αποκτήσει πια υπεράνθρωπες δυνάμεις, σε σημείο που η σύγκριση με τους παλιότερους να τους καθιστά ανθρώπινα «τέρατα», πράγμα που σημαίνει ότι παρόλη την έλλειψη διάθεσης, οι φυσική τους κατάσταση και μόνο συμβάλλει στο να εξουδετερώνουν αποτελεσματικότερα τις επιθέσεις των αντιπάλων και να στέλνουν τη διασκέδαση των φιλάθλων σε βουτιά στο κενό. Και σαν να μην έφτανα όλα αυτά έρχεται και το τελειωτικό χτύπημα της διαιτησίας που με υπερσύγχρονα πλέον μέσα και τους περίφημους έξτρα διαιτητές προ των πυλών ( εφαρμόστηκε πειραματικά φέτος στο Europa League ) μας δηλώνει κατηγορηματικά πως φάσεις σαν το «χέρι του θεού» μας κουνάνε μαντήλι.


Στο ερώτημα «τι μπορεί να γίνει;» οι απόψεις είναι πολλές. Κάτι που θα πρέπει να ξεχάσουμε είναι η απεξάρτηση του ποδοσφαίρου απ’ το χρήμα. Η παγκόσμια ποδοσφαιρική ομοσπονδία και οι εθνικές μικρότερες αδερφές της έχουν ανοίξει τα φτερά τους τόσο πολύ που τα μεγάλα ποσά που δαπανώνται είναι πια απαραίτητα. Ίσως κάτι να αλλάξει με την επιβολή του κανονισμού που επιβάλλει έναν συγκεκριμένο αριθμό γηγενών παικτών, αλλά κάτι τέτοιο πιο πολύ τη δύναμη των εθνικών πρωταθλημάτων θα αυξήσει, παρά θα συμβάλλει στον απογαλακτισμό απ’ τους χορηγούς. Βέβαια με τον καλπάζοντες ρυθμούς που αλλάζει τη ζωή μας η οικονομική κρίση, το χρήμα στο ποδόσφαιρο θα σταματήσει μεν να ρέει άφθονο, όμως και πάλι οι σημερινές αναλογίες σε σχέση με εμάς, τους κοινούς θνητούς θα παραμένουν. Αγωνιστικά, κι όσον αφορά τη φύση του αθλήματος, πολλές ενδιαφέρουσες προτάσεις ρίχτηκαν στο τραπέζι, όπως αυτή της μείωσης των παικτών της κάθε ομάδας σε 10 αντί για 11, ή αυτή της προσαρμογής του κανονισμού του offside ώστε να ισχύει μόνο όταν ο επιθετικός «πατάει» την αντίπαλη περιοχή, όμως, παρά την εφευρετικότητα και την επικείμενη αποτελεσματικότητα που τις διακρίνει, καταλαβαίνει κανείς πως χώρες όπως η Αγγλία που εξάγουν το ποδόσφαιρο ως παραγόμενο αγαθό δύσκολα θα αποδεχτούν ο,τιδήποτε συνιστά έστω και την παραμικρή αλλοίωση του χαρακτήρα του αθλήματος.


Οπότε; Όλοι οι ποδοσφαιρόφιλοι παγκοσμίως σταυρώνουμε τα δάχτυλα μας κι εναποθέτουμε της ελπίδες μας στους καθημερινούς μας ήρωες με τις πολύχρωμες φανέλες. Η μιζέρια κι η εξαθλίωση που κάθε πρωί μας πλησιάζει όλο και περισσότερο μας υποχρεώνουν να το κάνουμε. Και ποιος ξέρει, ίσως συνειδητοποιήσουν όλοι ότι το ποδόσφαιρο είναι ένα παιχνίδι, μια γιορτή, που άπαξ και χάσουμε την πίστη μας σ’ αυτό, τα δεκάδες δισεκατομμύρια που ξοδεύονται δε θα κάνουν τα γήπεδα να φαίνονται πιο γεμάτα.