Κείμενο: Κώστας Τσόλας
Τη διαδρομή από τον Τύρναβο στην Αβδέλλα, στο δρόμο των καραβανιών, τις «Βλαχοστράτες», πραγματοποίησαν δέκα μέλη του Ιππικού Ομίλου Τυρνάβου «Ο Άγιος Γεώργιος», μαζί με φίλους καβαλάρηδες από το Βελεστίνο. Ήταν ένα όνειρο χρόνων και μια ιδέα που επιτέλους φέτος πραγματοποιήθηκε.
Τα μέλη της αποστολής, όλοι καταγόμενοι από τα Βλαχοχώρια της Πίνδου, Αβδέλλα, Σμίξη, Περιβόλι κάλπασαν με τα άλογά τους στα μονοπάτια των καραβανιών και των κοπαδιών όπως ακριβώς οι πατεράδες και οι παππούδες τους, μόλις πριν από 60 χρόνια.
Η διαδρομή φτάνει στα 140 χλμ. από Τύρναβο, Δαμάσι, Βερδικούσια, Καρπερό, Αγίους Θεοδώρους, Πηγαδίτσα, Μαυραναίους, Ζιάκα, Αβδέλλα.
Η αποστολή ξεκίνησε την περασμένη Πέμπτη και έφθασε στην Αβδέλλα χθες Κυριακή. Μια διαδρομή που έγινε μόνο με άλογα, με διανυκτερεύσεις στην ύπαιθρο όπως στο παρελθόν.
Ωστόσο, τα παλαιότερα χρόνια όταν μετακινούνταν ολόκληρες οικογένειες με τα κοπάδια τους η
διαδρομή αυτή διαρκούσε από επτά έως οκτώ ημέρες.
Ο 80χρονος σήμερα Αβδελλιώτης Παναγιώτης Σιασιαμούτης μιλώντας στην «Ε.τ.Δ.» θυμάται με γλυκιά ανάμνηση τα παιδικά και νεανικά του χρόνια, πριν το πόλεμο του 1940, τη διαδρομή και τον τρόπο ζωής όταν τα καραβάνια έπαιρναν τα βλάχικα μονοπάτια για την Πίνδο και τα βλαχοχώρια. Μια διαδρομή η οποία ήταν γνώριμη για τα ζωντανά αφού κάθε χρόνο ανέβαιναν αρχές Μαΐου και επέστρεφαν στον κάμπο και τα χειμαδιά τον Σεπτέμβριο. Και αυτό γιατί έπρεπε να είναι πίσω στον κάμπο πριν αρχίσει το μεγάλο παζάρι της Λάρισας (24 Σεπτεμβρίου), όπου εκεί οι γυναίκες θα πουλούσαν ό,τι με μεράκι έφτιαχναν όλο το καλοκαίρι στον αργαλειό, βελέντζες υφαντά υφάσματα και άλλα. Οι χρόνοι δηλαδή της ανόδου στα βουνά και της καθόδου ήταν συγκεκριμένοι και τηρούνταν με ευλάβεια και προσοχή.
Έτσι λοιπόν, αρχές Μαΐου, μετά το κούρεμα των προβάτων, όλες οι οικογένειες άρχιζαν την προετοιμασία. Οι γυναίκες ετοίμαζαν το ρουχισμό, από τις φλοκάτες μέχρι τα καλά φορέματά τους, τα ρούχα των παιδιών και τα κοστούμια των ανδρών για τους γάμους και τα πανηγύρια με μεγαλύτερο αυτό της Παναγίας, το Δεκαπενταύγουστο. Τα τοποθετούσαν σε μάλλινα τσουβάλια, τα «σεντέκια». Έτοιμα επίσης και τα είδη οικιακής χρήσης κατσαρόλες, πιάτα, τα γκιούμια για νερό, αφού το ταξίδι θα διαρκούσε μια εβδομάδα ίσως και περισσότερο, ανάλογα και με τις καιρικές συνθήκες.
Οι οικογένειες είτε είχαν πρόβατα, είτε όχι, όπως αυτή του Παναγιώτη Σιασιαμούτη όπου ο πατέρας ήταν ράφτης ερχόταν σε συνεννόηση με τους αγωγιάτες, τους κυρατζήδες οι οποίοι είχαν τα άλογα, και τα μουλάρια και κατά τέσσερις πέντε οικογένειες, ανάλογα με την περίσταση ξεκινούσαν για τα βουνά. Πρώτη στάση στην Ανάληψη, στην Ποταμιά. Στο κονάκι πρώτα έφταναν τα άλογα με τα φορτία. Εκεί στήνονταν το τσαντίρι με κορμό τρία ξύλα όπου επάνω τους ως πανί έβαζαν ύφασμα από γίδινο μαλλί ώστε όταν βρέχει το νερό να μην απορροφάται αλλά να φεύγει στο έδαφος.
Τα κορίτσια πήγαιναν στη βρύση ή την πηγή για να φέρουν νερό και οι γυναίκες άναβαν φωτιά για φτιάξουν το φαγητό. Φαγητό το οποίο εκτός από κρέας, αν έσφαζαν ένα αρνί ή κάποια προβατίνα που στο δρόμο έσπαζε π.χ. το πόδι της και δεν μπορούσε να συνεχίσει το ταξίδι αποτελούνταν από όσπρια, ρύζι ή μακαρόνια, ενώ το ψωμί ήταν από τον Τύρναβο ζυμωμένο και ψημένο σε ποσότητες που να αρκεί για τις 7 – 8 ημέρες.
Οι τσελιγγάδες στη διαδρομή άρμεγαν όσες προβατίνες είχαν γάλα, το έβαζαν σε τουλούμια και τσαντίλες και το έκανα τυρί. Στα χωριά που περνούσαν το πουλούσαν ή το αντάλλασαν με άλλα προϊόντα που χρειάζονταν, κυρίως σιτάρι.
Φτάνοντας στην κορυφογραμμή, πριν το χωριό, στην Αβδέλλα στην «Κρούτσια Μάρε» στο Μεγάλο Σταυρό συγγενείς από την Αβδέλλα που ήταν ήδη στο χωριό έβλεπαν από μακριά το καραβάνι. Οι γυναίκες άναβαν το φούρνο και έφτιαχναν πίτες ώστε οι ταλαιπωρημένοι άνθρωποί τους μετά από μια εβδομάδα πορεία κυριολεκτικά μέσα στα βουνά και τα λαγκάδια να βρουν κάτι καλό να φάνε και να ξαποστάσουν.
Όλο αυτό διάστημα το χωριό έσφυζε από ζωή. Οι τσελιγγάδες με τα πρόβατα, οι γυναίκες στον αργαλειό, οι κυρατζήδες (αγωγιάτες) να μεταφέρουν με τα ζώα τους ξύλα στον κάμπο και από τον κάμπο στα ορεινά χωριά της Πίνδου ό,τι ήταν απαραίτητο και κυρίως σιτάρι.
Μνήμες από το παρελθόν με νοσταλγία μας μετέφερε ο κ. Παναγιώτης Σιασιαμούτης ο οποίος αποχαιρετούσε την περασμένη Πέμπτη τον γιο του Νίκο, πρόεδρο του Ιππικού Ομίλου Τυρνάβου για τα βλάχικα μονοπάτια. Ιδιαίτερη συγκίνηση βλέποντας στο σύγχρονο καραβάνι να μετέχει και ο 11χρονος Σωτήρης Ιωάνν. Ρίζος, όπως μετείχε και εκείνος 70 χρόνια πριν.
eleftheria.gr