Σημαντικά στοιχεία για τη ζωή των Δυτικοθεσσαλών, στην εποχή του Χαλκού, έφεραν στο φως οι ανασκαφικές έρευνες, που πραγματοποιήθηκαν σε διάφορα σημεία του νομού Καρδίτσας. Σ' αυτό το "ταξίδι", πίσω στο χρόνο, ενδιαφέρον έχουν τα στοιχεία του κ. Λεωνίδα Χατζηαγγελάκη, προϊσταμένου της ΛΔ΄ Εφορείας Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων.
Στοιχεία για τη μελέτη της ανάπτυξης των κοινωνιών της εποχής αυτής αποτελούν ο τρόπος ταφής, τα έθιμα και γενικότερα η αντιμετώπιση του θανάτου. Τα ταφικά στοιχεία στη Θεσσαλία χαρακτηρίζονται τόσο από τους λακκοειδείς και από τους ατομικούς κιβωτιόσχημους τάφους όσο και από τους τυπικούς θολωτούς της ύστερης χαλκοκρατίας. Στη δυτική Θεσσαλία και στο νομό Καρδίτσας ειδικότερα διαπιστώνεται ότι η ταφική αρχιτεκτονική της εποχής του χαλκού έχει εξελικτική μορφή.
Διακρίνονται τάφοι λακκοειδείς, δηλαδή, εξηγεί ο προϊστάμενος της ΛΔ΄ Εφορείας Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων, απλά ορύγματα στο χώμα (Πρόδρομος), κιβωτιόσχημοι ("Παλαιόκαστρο" Πετρωτού, "Αγριοκέρασο" Καρυάς, Αγναντερό και Αστρίτσα), καθώς και απλοί ενταφιασμοί (Αγναντερό), συνήθως ανάμεσα στους τοίχους γειτονικών οικημάτων, κάτω από τα δάπεδα ή μέσα σε πίθους (Ερμήτσι). Οι κιβωτιόσχημοι τάφοι είναι μικρού μεγέθους, επενδυμένοι εσωτερικά με τέσσερις πλάκες, τοποθετημένες κάθετα στο έδαφος είτε με αργούς λίθους ή ωμοπλίνθους. Το δάπεδο ήταν συνήθως στρωμένο με χαλίκια, ενώ η στέγαση γινόταν με μία ή δύο καλυπτήριες πλάκες.
Στο εσωτερικό τους παρατηρούνται συνήθως κτερίσματα (π.χ. αγγεία και κοσμήματα).
Κατά την ύστερη εποχή του χαλκού (μυκηναϊκή) δημιουργούνται οι θολωτοί τάφοι μνημειακής μορφής (τάφοι Κτιμένης και Γεωργικού-Ξινονερίου), με πλούσια κτερίσματα, που αντικατοπτρίζουν μια αυξανόμενη κοινωνική διαστρωμάτωση και εμφάνιση ηγεμονικών οικογενειών Στον Πρόδρομο, μετά τις ανασκαφικές έρευνες του Γ. Χουρμουζιάδη κατά τη δεκαετία του 1970 σε τρεις γειτονικές προϊστορικές εγκαταστάσεις (Πρόδρομος Ι, Π, III), από τις οποίες η μία στο λόφο του Κονακιού και του Αγ. Ιωάννη του Πρόδρομου, γίνονται κατά διαστήματα σωστικές ανασκαφικές έρευνες.
Κατά το παρελθόν, κάτω από δάπεδο οικίας της θέσης Πρόδρομος Ι αποκαλύφθηκαν, αναφέρει ο κ. Χατζηαγγελάκης, δύο διαδοχικές αποθέσεις οστών ανθρώπινων κρανίων, η ονομαζόμενη ανακομιδή, ενώ σημαντικό εύρημα αποτελεί και η στέγη οικίας του Προδρόμου Π, κατασκευασμένη από κορμούς και κλαδιά δέντρων δεμένα με ξύλινα καρφιά, η οποία έφερε εσωτερικά στηρίγματα πασσάλων. Στα ευρήματα συγκαταλέγονταν κεραμική μονόχρωμη, γραπτή και εγχάρακτη της αρχαιότερης νεολιθικής, εργαλεία από πυριτόλιθο, καθώς και σχηματοποιημένα και φυσιοκρατικά ειδώλια.
Στον πεδινό χώρο του νομού Καρδίτσας, στο χωριό Αγναντερό του Δήμου Παμίσου, στη θέση "Χατζή Μύλο" ή "Λειβάδι" αποκαλύφθηκαν ύστερα από σωστική ανασκαφική έρευνα ορισμένες ταφές της ύστερης εποχής χαλκού. Με τη συνέχιση της ανασκαφικής δραστηριότητας διαπιστώθηκε η ύπαρξη κεραμικής της πρώιμης, μέσης και ύστερης εποχής του χαλκού, χωρίς όμως να εντοπισθούν αρχιτεκτονικά λείψανα.
Στην κεραμική, εκτός των πολλών οστράκων αγγείων, περιλαμβάνονται μικρές φιάλες, μικρό κύπελλο τύπου "Βαφείου" και ένα μόνωτο αγγείο. Από την ανασκαφή των τάφων προέρχονται αρκετά αξιόλογα ευρήματα, όπως αγγεία, απιόσχημοι πιθαμφορίσκοι και κοσμήματα. Επίσης, από την παράδοση ιδιωτών, που βρήκαν διάφορα αντικείμενα στην ίδια θέση, προέρχεται ένα σύνολο αγγείων (σφαιρική πεπιεσμένη πρόχους, μόνωτο ολόβαφο εσωτερικά κύπελλο, κυλινδρικό αλάβαστρο κ.ά.) και κοσμημάτων, που χρονολογούνται στην Υστεροελλαδική ΙΠΑ - ΠΙΒ περίοδο.
Στα Γεφύρια αναφέρονται αρκετές προϊστορικές θέσεις. Στη θέση με το χαρακτηρισμό Γεφύρια IV αναφέρεται στοιχεία της Μέσης και Ύστερης χαλκοκρατίας. Στο παρελθόν κατά την εκτέλεση του έργου της συντήρησης της σιδηροδρομικής γραμμής Βόλου - Καλαμπάκας καταστράφηκε τμήμα της επίχωσης του Προϊστορικού οικισμού. Συγκεντρώθηκε από την περισυλλογή κεραμική και ορισμένα μικρά ευρήματα, όπως ειδώλια, της Ύστερης Εποχής Χαλκού. Σε κάποια απόσταση από το χωριό Γεφύρια προς τα ΒΔ και ΝΑ των Σοφάδων υπήρχε η Μαγούλα Θεοφάνη από την οποία συλλέχτηκαν, εκτός από όστρακα της Μέσης και Νεότερης Νεολιθικής, όστρακα της Μυκηναϊκής.
Διακρίνονται τάφοι λακκοειδείς, δηλαδή, εξηγεί ο προϊστάμενος της ΛΔ΄ Εφορείας Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων, απλά ορύγματα στο χώμα (Πρόδρομος), κιβωτιόσχημοι ("Παλαιόκαστρο" Πετρωτού, "Αγριοκέρασο" Καρυάς, Αγναντερό και Αστρίτσα), καθώς και απλοί ενταφιασμοί (Αγναντερό), συνήθως ανάμεσα στους τοίχους γειτονικών οικημάτων, κάτω από τα δάπεδα ή μέσα σε πίθους (Ερμήτσι). Οι κιβωτιόσχημοι τάφοι είναι μικρού μεγέθους, επενδυμένοι εσωτερικά με τέσσερις πλάκες, τοποθετημένες κάθετα στο έδαφος είτε με αργούς λίθους ή ωμοπλίνθους. Το δάπεδο ήταν συνήθως στρωμένο με χαλίκια, ενώ η στέγαση γινόταν με μία ή δύο καλυπτήριες πλάκες.
Στο εσωτερικό τους παρατηρούνται συνήθως κτερίσματα (π.χ. αγγεία και κοσμήματα).
Κατά την ύστερη εποχή του χαλκού (μυκηναϊκή) δημιουργούνται οι θολωτοί τάφοι μνημειακής μορφής (τάφοι Κτιμένης και Γεωργικού-Ξινονερίου), με πλούσια κτερίσματα, που αντικατοπτρίζουν μια αυξανόμενη κοινωνική διαστρωμάτωση και εμφάνιση ηγεμονικών οικογενειών Στον Πρόδρομο, μετά τις ανασκαφικές έρευνες του Γ. Χουρμουζιάδη κατά τη δεκαετία του 1970 σε τρεις γειτονικές προϊστορικές εγκαταστάσεις (Πρόδρομος Ι, Π, III), από τις οποίες η μία στο λόφο του Κονακιού και του Αγ. Ιωάννη του Πρόδρομου, γίνονται κατά διαστήματα σωστικές ανασκαφικές έρευνες.
Κατά το παρελθόν, κάτω από δάπεδο οικίας της θέσης Πρόδρομος Ι αποκαλύφθηκαν, αναφέρει ο κ. Χατζηαγγελάκης, δύο διαδοχικές αποθέσεις οστών ανθρώπινων κρανίων, η ονομαζόμενη ανακομιδή, ενώ σημαντικό εύρημα αποτελεί και η στέγη οικίας του Προδρόμου Π, κατασκευασμένη από κορμούς και κλαδιά δέντρων δεμένα με ξύλινα καρφιά, η οποία έφερε εσωτερικά στηρίγματα πασσάλων. Στα ευρήματα συγκαταλέγονταν κεραμική μονόχρωμη, γραπτή και εγχάρακτη της αρχαιότερης νεολιθικής, εργαλεία από πυριτόλιθο, καθώς και σχηματοποιημένα και φυσιοκρατικά ειδώλια.
Στον πεδινό χώρο του νομού Καρδίτσας, στο χωριό Αγναντερό του Δήμου Παμίσου, στη θέση "Χατζή Μύλο" ή "Λειβάδι" αποκαλύφθηκαν ύστερα από σωστική ανασκαφική έρευνα ορισμένες ταφές της ύστερης εποχής χαλκού. Με τη συνέχιση της ανασκαφικής δραστηριότητας διαπιστώθηκε η ύπαρξη κεραμικής της πρώιμης, μέσης και ύστερης εποχής του χαλκού, χωρίς όμως να εντοπισθούν αρχιτεκτονικά λείψανα.
Στην κεραμική, εκτός των πολλών οστράκων αγγείων, περιλαμβάνονται μικρές φιάλες, μικρό κύπελλο τύπου "Βαφείου" και ένα μόνωτο αγγείο. Από την ανασκαφή των τάφων προέρχονται αρκετά αξιόλογα ευρήματα, όπως αγγεία, απιόσχημοι πιθαμφορίσκοι και κοσμήματα. Επίσης, από την παράδοση ιδιωτών, που βρήκαν διάφορα αντικείμενα στην ίδια θέση, προέρχεται ένα σύνολο αγγείων (σφαιρική πεπιεσμένη πρόχους, μόνωτο ολόβαφο εσωτερικά κύπελλο, κυλινδρικό αλάβαστρο κ.ά.) και κοσμημάτων, που χρονολογούνται στην Υστεροελλαδική ΙΠΑ - ΠΙΒ περίοδο.
Στα Γεφύρια αναφέρονται αρκετές προϊστορικές θέσεις. Στη θέση με το χαρακτηρισμό Γεφύρια IV αναφέρεται στοιχεία της Μέσης και Ύστερης χαλκοκρατίας. Στο παρελθόν κατά την εκτέλεση του έργου της συντήρησης της σιδηροδρομικής γραμμής Βόλου - Καλαμπάκας καταστράφηκε τμήμα της επίχωσης του Προϊστορικού οικισμού. Συγκεντρώθηκε από την περισυλλογή κεραμική και ορισμένα μικρά ευρήματα, όπως ειδώλια, της Ύστερης Εποχής Χαλκού. Σε κάποια απόσταση από το χωριό Γεφύρια προς τα ΒΔ και ΝΑ των Σοφάδων υπήρχε η Μαγούλα Θεοφάνη από την οποία συλλέχτηκαν, εκτός από όστρακα της Μέσης και Νεότερης Νεολιθικής, όστρακα της Μυκηναϊκής.
Κοντά στην πιο πάνω Μαγούλα σε σωστικές ανασκαφές για τις ανάγκες του έργου της Ε. Ο. Καρδίτσας - Σοφάδων - Ν. Μοναστηρίου συγκεντρώνεται κεραμική της χαλκής εποχής. Στην περιοχή του χωριού Ορφανά, στη θέση "Παλιοκκλήσι", στους πρόποδες του όρους Φυλλήιου, η κεραμική που συλλέχτηκε χρονολογείται από την Πρώιμη έως την Ύστερη Εποχή Χαλκού.
Στην περιοχή του κηρυγμένου αρχαιολογικού χώρου Ερμητσίου, κατά την εκτέλεση του έργου της νέας χάραξης της οδού Καρδίτσας - Λάρισας στον κόμβο Ερμητσίου - Παλαμά, αποκαλύφθηκαν για πρώτη φορά αρχιτεκτονικά κατάλοιπα εγκατάστασης της μέσης εποχής χαλκού. Συγκεκριμένα, σε θέση βόρεια του χωριού εντοπίστηκαν λείψανα από τη θεμελίωση τριών κτιρίων (Α, Β, Γ), από τα οποία τα δύο είναι αψιδωτά, καθώς και μικρά τμήματα τοίχων από άλλες κατασκευές. Μετά την εγκατάλειψη του ο οικισμός καλύφθηκε με άλλουβιακές αποθέσεις πάχους 0.80-1.30μ..
Το κτίριο Γ απείχε περί τα 7.00μ. Β/ΒΔ του κτιρίου Α, ήταν δε παράλληλο προς το κτίριο Β. Το κτίριο ήταν ενιαίο, με είσοδο στα νότια. Στο εσωτερικό του παρατηρήθηκαν τμήματα δαπέδου και τμήμα εστίας, ενώ σε διάφορα σημεία βρέθηκαν αρκετοί μυλόλιθοι. Στα κινητά ευρήματα της ανασκαφής, σύμφωνα με τα στοιχεία του κ. Χατζηαγγελάκη, περιλαμβάνονται κυρίως κεραμική - καλής ποιότητας, της μέσης εποχής χαλκού -, λίθινα εργαλεία τροφοπαρασκευαστικού χαρακτήρα, όπως τριπτήρες, μυλόλιθοι - τριβεία, λειαντήρες, πελέκεις, τμήμα ξέστρου από μελί πυριτόλιθο, καθώς και λίγα θραύσματα λειασμένων οστέινων εργαλείων.
Στην περιοχή του κηρυγμένου αρχαιολογικού χώρου Ερμητσίου, κατά την εκτέλεση του έργου της νέας χάραξης της οδού Καρδίτσας - Λάρισας στον κόμβο Ερμητσίου - Παλαμά, αποκαλύφθηκαν για πρώτη φορά αρχιτεκτονικά κατάλοιπα εγκατάστασης της μέσης εποχής χαλκού. Συγκεκριμένα, σε θέση βόρεια του χωριού εντοπίστηκαν λείψανα από τη θεμελίωση τριών κτιρίων (Α, Β, Γ), από τα οποία τα δύο είναι αψιδωτά, καθώς και μικρά τμήματα τοίχων από άλλες κατασκευές. Μετά την εγκατάλειψη του ο οικισμός καλύφθηκε με άλλουβιακές αποθέσεις πάχους 0.80-1.30μ..
Το κτίριο Γ απείχε περί τα 7.00μ. Β/ΒΔ του κτιρίου Α, ήταν δε παράλληλο προς το κτίριο Β. Το κτίριο ήταν ενιαίο, με είσοδο στα νότια. Στο εσωτερικό του παρατηρήθηκαν τμήματα δαπέδου και τμήμα εστίας, ενώ σε διάφορα σημεία βρέθηκαν αρκετοί μυλόλιθοι. Στα κινητά ευρήματα της ανασκαφής, σύμφωνα με τα στοιχεία του κ. Χατζηαγγελάκη, περιλαμβάνονται κυρίως κεραμική - καλής ποιότητας, της μέσης εποχής χαλκού -, λίθινα εργαλεία τροφοπαρασκευαστικού χαρακτήρα, όπως τριπτήρες, μυλόλιθοι - τριβεία, λειαντήρες, πελέκεις, τμήμα ξέστρου από μελί πυριτόλιθο, καθώς και λίγα θραύσματα λειασμένων οστέινων εργαλείων.
Στα πήλινα ευρήματα διακρίνεται ιδιαίτερα μεγάλη ποσότητα πηνίων, με παράλληλα στη Μαγούλα Πευκάκια στην περιοχή του Βόλου και στην Αγία Ειρήνη, φτιαγμένα κυρίως από γκρίζο και σπανιότερα από πορτοκαλόχρωμο πηλό, από τα οποία αρκετά έφεραν οριζόντιο τρήμα. Εντοπίσθηκε, επίσης, αμφικωνικό σφονδύλι από καστανό με προσμίξεις πηλό και με εγχάρακτη διακόσμηση στο περίγραμμα του.
Εντυπωσιακή είναι μία πήλινη σφραγίδα, μαύρου χρώματος, η οποία έχει δύο σφραγιστικές επιφάνειες, διαφορετικής διαμέτρου, που φέρουν λεπτές, αβαθείς εγχαράξεις (νυχιές), συνθέτοντας μοτίβα που παραπέμπουν σε σχέδια της υφαντικής τέχνης.
Απροσδιόριστης λειτουργικότητας αποτελούν κεραμικοί δίσκοι με πέντε διαμπερείς οπές διαφορετικής διαμέτρου (τροχίσκοι), από γκρίζο πηλό, θραύσματα των οποίων βρέθηκαν και στα τρία κτίρια. Στα μεταλλικά αντικείμενα συγκαταλέγονται τμήματα από χάλκινες περόνες, καθώς και χάλκινο κόσμημα.
Τα αποκαλυφθέντα αψιδωτά κτίσματα του Ερμητσίου είναι εξαιρετικής σπουδαιότητας για τη μελέτη της μέσης εποχής χαλκού στη Δυτική Θεσσαλία. Για το λόγο αυτό διατηρήθηκε ορατό το κτίριο Α, ενώ το υπόλοιπο τμήμα της εγκατάστασης διατηρήθηκε κάτω από τις επιχώσεις του δρόμου. Στον αρχαιολογικό δε χώρο του Ερμητσίου, τέλος κατά το παρελθόν υπήρξαν ενδείξεις της ύστερης εποχής χαλκού, καθώς και της πρωτογεωμετρικής και αρχαϊκής εποχής. Ο χώρος του Ερμητσίου ταυτίζεται - σύμφωνα με επιγραφικά στοιχεία (ενσφράγιστες κεραμίδες) - με τις αρχαίες Πειρασίες, που μέχρι τώρα τις τοποθετούσαν στην περιοχή του Βλοχού.
Εντυπωσιακή είναι μία πήλινη σφραγίδα, μαύρου χρώματος, η οποία έχει δύο σφραγιστικές επιφάνειες, διαφορετικής διαμέτρου, που φέρουν λεπτές, αβαθείς εγχαράξεις (νυχιές), συνθέτοντας μοτίβα που παραπέμπουν σε σχέδια της υφαντικής τέχνης.
Απροσδιόριστης λειτουργικότητας αποτελούν κεραμικοί δίσκοι με πέντε διαμπερείς οπές διαφορετικής διαμέτρου (τροχίσκοι), από γκρίζο πηλό, θραύσματα των οποίων βρέθηκαν και στα τρία κτίρια. Στα μεταλλικά αντικείμενα συγκαταλέγονται τμήματα από χάλκινες περόνες, καθώς και χάλκινο κόσμημα.
Τα αποκαλυφθέντα αψιδωτά κτίσματα του Ερμητσίου είναι εξαιρετικής σπουδαιότητας για τη μελέτη της μέσης εποχής χαλκού στη Δυτική Θεσσαλία. Για το λόγο αυτό διατηρήθηκε ορατό το κτίριο Α, ενώ το υπόλοιπο τμήμα της εγκατάστασης διατηρήθηκε κάτω από τις επιχώσεις του δρόμου. Στον αρχαιολογικό δε χώρο του Ερμητσίου, τέλος κατά το παρελθόν υπήρξαν ενδείξεις της ύστερης εποχής χαλκού, καθώς και της πρωτογεωμετρικής και αρχαϊκής εποχής. Ο χώρος του Ερμητσίου ταυτίζεται - σύμφωνα με επιγραφικά στοιχεία (ενσφράγιστες κεραμίδες) - με τις αρχαίες Πειρασίες, που μέχρι τώρα τις τοποθετούσαν στην περιοχή του Βλοχού.