Κυρίες και Κύριοι,
Θέλω να ευχαριστήσω τους διοργανωτές της σημερινής εκδήλωσης για την τιμητική πρόσκληση.
Να τους ευχαριστήσω που μου δίνουν την ευκαιρία να τοποθετηθώ σε ένα τόσο επίκαιρο ζήτημα όπως η οικονομική κρίση των καιρών μας, που ουσιαστικά έδωσε την ευκαιρία σε εμάς τους οικονομολόγους να ξεκινήσουμε μια συζήτηση που εδώ και χρόνια είχαμε εγκαταλείψει.
Έτσι εδώ και τρία χρόνια περίπου, μετά το ξέσπασμα της οικονομικής θύελλας το 2007, το «φαινόμενο» ακόμα δεν έχει βρει την πλήρη ερμηνεία του.
Ίσως να είναι νωρίς για κάτι τέτοιο αν και έχουν διατυπωθεί πολλές αξιόλογες απόψεις. Όσο τα πράγματα βρίσκονται σε εξέλιξη είναι δύσκολο όμως να υπάρξει μια άποψη αμοιβαία αποδεκτή.
Η πορεία της κρίσης είναι γνωστή. Από την καταβαράθρωση της αγοράς των subprime δανείων στις ΗΠΑ, σταδιακά από τα μέσα του 2007, στην κατάρρευση της Lehman Brothers τον Σεπτέμβριο του 2008, έως την πίεση που ασκείται στην ευρωζώνη σήμερα.
Ως πρώτο βήμα αντίδρασης στη χρηματοπιστωτική κρίση πολλά κράτη υιοθέτησαν μια επεκτατική δημοσιονομική και νομισματική πολιτική προκειμένου να απορροφηθούν οι κραδασμοί στο χρηματοπιστωτικό σύστημα. Να διασφαλιστεί στοιχειώδης ρευστότητα στην οικονομία και να μετριαστούν κατά το δυνατόν οι επιπτώσεις της ύφεσης.
Το αποτέλεσμα, όπως καταγράφεται μέχρι στιγμής, υπήρξε περισσότερο ή λιγότερο επιτυχημένο. Υπάρχει όμως ένα παράδοξο. Ενώ ο στόχος της παρέμβασης ήταν να στηριχτεί η ανάπτυξη, σήμερα φαίνεται ότι τελικά αυτή απειλείται. Η αύξηση των ελλειμμάτων και η εμφάνιση υψηλών δημοσιονομικών ανισορροπιών, προκάλεσαν την αύξηση των επιτοκίων γεγονός που επιδρά αρνητικά στην αναπτυξιακή προοπτική.
Θα μπορούσε κάποιος να χαρακτηρίσει ως ειρωνικό το ότι πολλές χώρες σήμερα υφίστανται την μήνιν των επενδυτικών τραπεζών που πριν από ένα ή δύο έτη διέσωσαν οι κυβερνήσεις των χωρών τους για να μην καταρρεύσουν οι οικονομίες τους.
Αυτό φέρνει στο προσκήνιο δυο πραγματικότητες. Την πολύπλοκη πραγματικότητα των αγορών, αλλά και το ρόλο και το ειδικό βάρος που μπορεί να έχει κάθε πολιτική απόφαση ή παρέμβαση.
Και σήμερα ακόμα, η κρίση βρίσκεται ουσιαστικά σε πλήρη εξέλιξη. Το λέω αυτό γιατί ακόμα δεν έχουμε δει να διαγράφεται ένα πλαίσιο αναφοράς για μια νέα εποχή, για μια πραγματικότητα μετά-την-κρίση.
Ωστόσο, μέσα στο πλαίσιο της οικονομικής κρίσης, φαίνεται να συζητάμε όλα εκείνα τα θέματα τα οποία πιστεύαμε ότι ανήκαν στο παρελθόν.
Για παράδειγμα στις ΗΠΑ οι προτάσεις που βλέπουμε να θέτονται αναφορικά με το τραπεζικό σύστημα και που ουσιαστικά αποτελούν αναβίωση του παλαιού νόμου Glass-Steagall που διαχώριζε τις δραστηριότητες μεταξύ επενδυτικής τραπεζικής και παραδοσιακών τραπεζικών δραστηριοτήτων.
Ζητήματα που αναφέρονται στην εποπτεία των αγορών και το ρόλο του χρηματοπιστωτικού συστήματος.
Αντίστοιχα είναι τα θέματα που προκύπτουν και στο πλαίσιο της Ευρωζώνης και που μόλις πρόσφατα αναδείχθηκαν με αρκετά δραματικό τρόπο.
Αφορμή και όχι αιτία είναι η πίεση που ασκείται από τις αγορές στα κρατικά ομόλογα χωρών της Ευρωζώνης μεταξύ των οποίων και η Ελλάδα. Εδώ έχουμε ένα άλλο παράδοξο.
Μια χώρα που παίρνει όλα τα αναγκαία μέτρα για να διορθώσει τις δημοσιονομικές ανισορροπίες να βρίσκεται αντιμέτωπη με την δυσπιστία των αγορών γιατί έχει ένα τεράστιο έλλειμμα αξιοπιστίας, το οποίο δεν γεφυρώνεται παρά τα σωστά μέτρα. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα τη διεύρυνση του περιθωρίου των επιτοκίων, γεγονός όμως που καθιστά δυσκολότερη τη δημοσιονομική προσαρμογή.
Να υπενθυμίσω ότι στη χώρα μας η διεθνής κρίση έγινε αισθητή με καθυστέρηση περίπου ενός έτους, λόγω μιας σειράς Ελληνικών ιδιαιτεροτήτων και κυρίως λόγω της περιορισμένης εξωστρέφειας της Ελληνικής παραγωγής. Ωστόσο, οι διαρθρωτικές αδυναμίες της Ελληνικής Οικονομίας και τα δημοσιονομικά προβλήματα ήταν ορατά πολύ πριν το ξέσπασμα της διεθνούς κρίσης.
Το έλλειμμα στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών για το 2008 είχε εκτιναχθεί σχεδόν στο 15% του ΑΕΠ. Αυτό καταδεικνύει το τεράστιο έλλειμμα ανταγωνιστικότητας με το οποίο βρισκόταν αντιμέτωπη η Ελληνική Οικονομία.
Ένα έλλειμμα που σταδιακά καθιστούσε τα Ελληνικά προϊόντα λιγότερο ανταγωνιστικά στις διεθνείς αγορές. Ενώ την ίδια στιγμή οδηγούσε σε αντικατάσταση των Ελληνικών προϊόντων από εισαγόμενα.
Παρά λοιπόν το γεγονός ότι τα ελλείμματα από την ημέρα συμμετοχής στην ζώνη του Ευρώ άρχισαν να διευρύνονται η χώρα δεν αντέδρασε, δεν προχώρησε στις αναγκαίες διαρθρωτικές αλλαγές.
Εξίσου δύσκολη ήταν και η κατάσταση στα δημόσια οικονομικά με το έλλειμμα να ξεφεύγει πέρα από κάθε έλεγχο και να φτάσει στο 2009 στο 12,7% του ΑΕΠ. Σε συνδυασμό με το υψηλό δημόσιο χρέος, τα δύο ελλείμματα υπονομεύουν τις αναπτυξιακές προοπτικές της χώρας.
Όταν λοιπόν ξέσπασε η διεθνής χρηματοπιστωτική κρίση, η Ελλάδα δεν προσβλήθηκε άμεσα γιατί το τραπεζικό σύστημα της χώρας είχε επαρκή κεφάλαια και δεν είχε επενδύσει σε τοξικά ομόλογα.
Οι συνέπειες όμως τις κρίσης έγιναν αισθητές στην Ελλάδα με καθυστέρηση και ανέδειξαν τα χρόνια διαρθρωτικά προβλήματα της οικονομίας.
Ταυτόχρονα έγινε αντιληπτό ότι η χώρα έχασε πολύτιμο χρόνο την περίοδο που οι ρυθμοί ανάπτυξης ήταν υψηλοί σε σχέση με τον μέσο όρο της Ευρωζώνης, οπότε και θα μπορούσε να έχει προχωρήσει σε αντιμετώπιση των δημοσιονομικών αλλά και διαρθρωτικών προβλημάτων.
Η κρίση λοιπόν, όχι απλώς πίεσε την οικονομία, όπως άλλωστε συνέβη στις περισσότερες χώρες, αλλά στην περίπτωση της Ελλάδας οδήγησε στην μαζική εκδήλωση των παθογενειών της οικονομίας.
Σήμερα λοιπόν γίνεται κατανοητό ότι δεν υπάρχουν άλλα περιθώρια. Η νέα κυβέρνηση, όπως είπε χαρακτηριστικά ο πρωθυπουργός, καλείται σε λίγους μήνες να πάρει αποφάσεις που δεν πάρθηκαν τις προηγούμενες δεκαετίες.
Η άρνηση και οι αντιστάσεις στις αναγκαίες αλλαγές και αναπόφευκτα θα επιταχύνουν τις αρνητικές εξελίξεις.
Αυτό δεν αποτελεί ψευδοδίλημμα, ούτε ρητορική εξαναγκασμού. Είναι μια πραγματικότητα.
Και επάνω σε αυτό δεν έχω ακούσει μέχρι στιγμής, κάποιο ουσιαστικό αντίλογο, πέρα από δευτερεύουσες διαφωνίες για την υλοποίηση των μέτρων που πρότεινε η κυβέρνηση με το Πρόγραμμα Σταθερότητας και Ανάπτυξης.
Προτάσεις για ένα ευέλικτο και αποδοτικότερο δημόσιο τομέα με ουσιαστική συνεισφορά στον πολίτη και στην ανάπτυξη της χώρας.
Καταπολέμηση της γραφειοκρατίας και της διαφθοράς που πνίγει κάθε προσπάθεια εκσυγχρονισμού.
Εδραίωση βιώσιμης ανάπτυξης και εκσυγχρονισμός των θεσμών.
Φυσικά δεν ζούμε σε ουτοπία, ούτε ισχυρίζομαι ότι εύκολα θα ανατραπεί όλο το πλαίσιο λειτουργίας της Ελληνικής οικονομίας, και θα ξεπεραστούν εν μια νυκτί τα κακώς κείμενα δεκαετιών.
Ωστόσο γίνεται αποφασιστικά η αρχή.
Υπό την πίεση των δημοσιονομικών ανισορροπιών ανοίξαμε τα περισσότερα ακανθώδη θέματα:
Τη Φορολογική μεταρρύθμιση, γιατί απαιτείται ένα σταθερό, δίκαιο, διαφανές και αποδοτικό φορολογικό σύστημα, που θα αποτρέπει την φοροδιαφυγή και θα ευνοεί τις επενδύσεις.
Τον περιορισμό της κρατικής σπατάλης, γιατί ο κρατικός τομέας πρέπει να υπηρετεί την κοινωνία και να μην απομυζά πόρους από τον ιδιωτικό τομέα της οικονομίας.
Το Ασφαλιστικό, γιατί απλά το σύστημα έφθασε στα όρια της επιβίωσής του.
Το Μεταναστευτικό, γιατί δεν μπορούμε να εθελοτυφλούμε για την παρουσία τόσων μεταναστών στην χώρα μας. Γίνεται ένα αποφασιστικό βήμα για τη γόνιμη ενσωμάτωσή τους στην Ελληνική κοινωνία.
Επιστέγασμα των παραπάνω είναι η επανεκκίνηση της Ελληνικής οικονομίας με στόχο τη βιώσιμη Ανάπτυξη, τη βελτίωση της διεθνούς ανταγωνιστικότητας της χώρας και τη δημιουργία θέσεων εργασίας.
Στόχος είναι να μετασχηματίσουμε το παραγωγικό πρότυπο της χώρας. Γι’ αυτό δίνουμε έμφαση στις επενδύσεις σε νέες τεχνολογίες και στην «πράσινη ανάπτυξη».
Ειδικότερα στον τομέα των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, το εξαιρετικά πλούσιο ηλιακό, ανεμικό και γεωθερμικό δυναμικό που διαθέτει η χώρα θέλουμε να αποτελέσει ένα νέο παραγωγικό τομέα, που θα αποφέρει πολλαπλά οφέλη στην προστασία του περιβάλλοντος, στην ανάπτυξη και στη δημιουργία θέσεων εργασίας.
Στην οικονομία δεν υπάρχουν μαγικές συνταγές. Και είναι αλήθεια πως αρκετές από τις παρεμβάσεις που δρομολογούνται θα χρειαστούν χρόνο προκειμένου να ωριμάσουν και να αρχίσουν να αποδίδουν.
Για την αντιμετώπιση των συνεπειών της κρίσης και των δημοσιονομικών ανισορροπιών προχωρήσαμε στην υιοθέτηση μέτρων που περιγράφονται στο ΠΣΑ.
Προχωρήσαμε στον περιορισμό του μισθολογικού κόστους του Δημόσιου τομέα μέσω της βελτίωσης των διοικητικών διαδικασιών ελέγχου των μισθών – Ενιαία Αρχή Πληρωμών που αναμένεται να λειτουργήσει στο 1ο εξάμηνο του 2010.
Δε δίνουμε αύξηση στους μισθούς για το 2010 και περικοπή των επιδομάτων κατά 10%.
Τίθενται περιορισμοί στους μισθούς των στελεχών της Κυβέρνησης και των ΔΕΚΟ.
Δίνεται αύξηση 1,5% για συντάξεις έως 2.000 ευρώ στους συνταξιούχους του Δημοσίου.
Ταυτόχρονα αποφασίστηκε το πάγωμα όλων των προσλήψεων στο Δημόσιο για το 2010, εκτός της Υγείας, Παιδείας και Ασφάλειας, ενώ από το 2011 και μετά, για κάθε πέντε αποχωρήσεις υπαλλήλων θα γίνεται μόνο μια πρόσληψη.
Στην πλευρά ενίσχυσης των εσόδων, καταβάλλεται ιδιαίτερη προσπάθεια για τον περιορισμό της φοροδιαφυγής και του περιορισμού της παραοικονομίας.
Το νέο φορολογικό νομοσχέδιο εισάγει αναμορφωμένη φορολογική κλίμακα με περισσότερα κλιμάκια για πιο δίκαιη κατανομή των φορολογικών βαρών.
Καταργείται η αυτοτελής φορολόγηση των εισοδημάτων με εξαίρεση τους τόκους καταθέσεων και ελληνικών κρατικών ομολόγων.
Εισάγεται ο λογιστικός προσδιορισμός εισοδημάτων για τους περισσότερους ελεύθερους επαγγελματίες, βάσει βιβλίων εσόδων-εξόδων.
Γίνεται διαχωρισμός των φορολογητέων κερδών των επιχειρήσεων σε μη διανεμόμενα και διανεμόμενα κέρδη.
Τα διανεμόμενα κέρδη θα φορολογούνται βάσει της κλίμακας φυσικών προσώπων, ενώ για τα κέρδη που δεν θα διανέμονται σταδιακά ο φορολογικός συντελεστής στα υποχωρήσει από το 25% στο 20%.
Σημαντικό βήμα είναι η καθιέρωση του ελάχιστου τεκμαρτού κόστους διαβίωσης. Έτσι, θα λαμβάνεται υπόψη ένα τεκμαρτό ετήσιο κόστος συντήρησης και λειτουργίας κατοικιών, αυτοκινήτων, σκαφών αναψυχής κ.α. προκειμένου να εκτιμηθεί ένα ελάχιστο φορολογητέο εισόδημα.
Καθίσταται υποχρεωτική η χρήση τραπεζικών λογαριασμών από 1/1/2011, για συναλλαγές μεταξύ επιχειρήσεων καθώς και η εφαρμογή της ηλεκτρονικής τιμολόγησης και ηλεκτρονικής διακίνησης τιμολογίων.
Το βασικό πλαίσιο αναφοράς, που ενσωματώνει όλα τα παραπάνω, όπως προανέφερα, είναι το Πρόγραμμα Ανάπτυξης και Σταθερότητας που υποβάλαμε στην Ε.Ε. και ήδη έχει πάρει την έγκριση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής.
Εμείς το ονομάζουμε Πρόγραμμα Ανασυγκρότησης της χώρας γιατί ξεφεύγει από το στενό πλαίσιο ενός προγράμματος δημοσιονομικής προσαρμογής.
Αποτελεί ένα ρεαλιστικό πλάνο δράσης για την ταχεία ανασυγκρότηση της Ελληνικής Οικονομίας και τον περιορισμό του ελλείμματος από το 12,7% για το 2009 κάτω από το 3% στο 2012. Κύριο χαρακτηριστικό του το ότι είναι ένα Πρόγραμμα εμπροσθοβαρές, καθώς ενσωματώνει τις κυριότερες παρεμβάσεις εντός του 2010.
Αποτελεί μεν ένα πρόγραμμα δημοσιονομικής προσαρμογής, αλλά περιγράφει και τους στόχους μας και την ανάγκη παρεμβάσεων που εκτείνονται και πέρα από αυτό.
Πέρα από τις παραμέτρους που προσδιορίζουν την οικονομική πολιτική, η προσπάθεια κατευθύνεται και στο ρόλο που θέλουμε να έχει η χώρα σε ένα νέο, διαμορφούμενο, ανταγωνιστικό διεθνές περιβάλλον.
Το ενθαρρυντικό είναι πως η πλειοψηφία των πολιτών δείχνει να αντιλαμβάνεται την αναγκαιότητα των αλλαγών που δρομολογούνται και τις στηρίζει.
Και η κυβέρνηση γνωρίζει τις ευθύνες που έχει έναντι των πολιτών που προσδοκούν ότι οι οικονομικές αποφάσεις της κυβέρνησης θα διασφαλίσουν το μέλλον και την προοπτική της χώρας.
Βαδίζουμε λοιπόν προς αυτήν την κατεύθυνση, γιατί δεν αποδεχόμαστε ότι υπάρχουν αδιέξοδες καταστάσεις.
Θέση μας είναι ότι υπάρχουν συγκεκριμένες λύσεις σε συγκεκριμένα προβλήματα, ακόμα και εάν αυτές είναι δύσκολες και ανατρέπουν κακώς κείμενα δεκαετιών. Αυτές τις καθαρές λύσεις παραθέτουμε και προχωράμε αποφασιστικά στην υλοποίηση τους. Ως εκ τούτου, η κρίση μπορεί να αποτελέσει τελικά μια ευκαιρία για τη χώρα. Την ευκαιρία να διορθώσουμε κάθε στρέβλωση του παρελθόντος και να προχωρήσουμε μπροστά με στέρεες βάσεις.