Η άποψη, ότι ο ελληνικός λαός κατανοεί την αναγκαιότητα των μέτρων και στηρίζει τις επιλογές της ευρωπαϊκής συντηρητικής πλειοψηφίας είναι λανθασμένη. Πρόκειται για συμπέρασμα σε σημαντικό βαθμό αυθαίρετο. Από μια ορισμένη σκοπιά, μάλιστα, αποπροσανατολιστικό για όσους λαμβάνουν δημόσιες αποφάσεις, δηλαδή, προωθούν δεσμευτικές πολιτικές.
Δημοσκοπήσεις και συντηρητική ευρωπαϊκή πλειοψηφία
Καταρχάς πρέπει να συμφωνήσουμε ότι οι δημοσκοπήσεις δίνουν τη «φωτογραφία της στιγμής». Ότι δεν είναι σε θέση να καταγράψουν τα υπόγεια ρεύματα και τις δυναμικές που εξελίσσονται ανάμεσα στους πολίτες που συνήθισαν κάποιοι να ονομάζουν ως «σιωπηλή πλειοψηφία». Όπως θα υποστηρίξω δε, στη συνέχεια, το βουβό ποτάμι κάποια στιγμή φτάνει στην στενωπό και δημιουργεί αναταραχές, κύματα, ακόμα και καταρράκτες που στην διάβα τους μπορούν να αποδιοργανώσουν, συχνά τυφλά, κάθε είδους πολιτική. Αυτή, ακριβώς, τη δυναμική, δεν μπορεί να την κατανοήσει η δημοσκοπική προσέγγιση της πολιτικής. Προς το παρόν, επίσης, κυριαρχεί στην δημόσια σφαίρα ο λόγος των Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης που υποστηρίζουν τα μέτρα λιτότητας. Όχι διότι ξαφνικά έγιναν πιο σοφά και κοινωνικά υπεύθυνα από εμάς τους υπόλοιπους, αλλά διότι αυτά είναι τα συμφέροντα των ιδιοκτητών τους καθώς και εκείνων εκ των τραπεζών που διασυνδέονται μαζί τους. Η στήριξη που δίνουν οι προαναφερόμενοι στα μέτρα μονόπλευρης λιτότητας δεν αφορά τόσο στην αναγκαιότητα τους, όσο στον συγκεκριμένο προσανατολισμό τους. Το ίδιο ισχύει και για την υποστήριξη που δίνουν στις επιλογές της Επιτροπής και του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Τέλος, πολλές δημοσκοπήσεις και μέσα μαζικής ενημέρωσης βιάζονται στην εφαρμογή των μέτρων διότι γνωρίζουν ότι ο χρόνος δημιουργεί αντιστάσεις. Ότι μέσα στο χρόνο αυξάνουν οι πιθανότητες να στηριχτούν διαφορετικές πολιτικές εξόδου από την κρίση. Πολιτικές που έχω ήδη περιγράψει σε πολλαπλά κείμενα.
Οι κεντρικοί θεσμοί, όμως, της ΕΕ κυριαρχούνται κατά συντριπτική πλειοψηφία από εκπροσώπους συντηρητικών κομμάτων με νεοφιλελεύθερο οικονομικό προσανατολισμό. Δηλαδή, για να μην ξεχνιόμαστε, τα όργανα της ΕΕ δεν είναι κάποια σοφά τεχνοκρατικά, ουδέτερα και αμέτοχα στην κοινωνική πάλη όργανα, αλλά η συντεταγμένη και οργανωμένη σε πλειοψηφία ευρωπαϊκή συντηρητική παράταξη. Ως δε είναι φυσικό, δυστυχώς, αυτή η πλειοψηφία στηρίζει μια πολιτική που μόλις πριν λίγες μήνες απορρίφθηκε από την μεγάλη πλειοψηφία του ελληνικού εκλογικού σώματος.
Που βρίσκεται σήμερα η «ψυχή του πολίτη»;
Υποστηρίζω ότι ΜΜΕ και δημοσκοπήσεις δεν είναι σε θέση να κατανοήσουν την πραγματική κατάσταση της συνείδησης των πολιτών και της «λαϊκής ψυχής». Υπάρχουν δύο στοιχεία που δεν τα λαμβάνουν υπόψη τους. Το πρώτο είναι, ότι ο πολίτης έχει φοβηθεί και η ψυχή του έχει μαυρίσει από όσα ακούει. Από τον καθημερινό βομβαρδισμό «μαύρων ειδήσεων» για την οικονομία και ακόμα πιο μαύρων ως προς την αντιμετώπιση της κρίσης. Όσο μπορώ και έχω εικόνα, σε πολλές μεγάλες επιχειρήσεις και σε υπηρεσίες του δημοσίου, η εργασιακή διαδικασία έχει παραλύσει. Από το πρωί μέχρι το βράδυ οι μισθωτοί προσπαθούν μέσα από συζητήσεις και «διαβουλεύσεις» στον τόπο εργασίας τους να κατανοήσουν τί και πότε θα εφαρμοστεί. Τι επιπτώσεις θα έχει αυτό στο μέλλον τους και πόσο θα κοπεί το σημερινό εισόδημα και η αυριανή σύνταξή τους. Με τις καθημερινές μαύρες ειδήσεις που ακούει ο πολίτης, τις συνεχείς (άτυχες και πολιτικά ανόητες) διαρροές μερίδας του οικονομικού επιτελείου της κυβέρνησης, μαυρίζει όλο και περισσότερο η ψυχή του και τον διαπερνά ένα αίσθημα φόβου. Όλη αυτή η εικόνα κάνει πολύ κακό στην ίδια την οικονομία, αφού με αυτή την παράλυση χειροτερεύει και άλλο η κατάστασή της. Ουδέποτε ο φόβος υπήρξε παραγωγικός. Όπως σοφά έχει αναλύσει ο Α.Σεν, παραγωγικότητα δίνουν η δημοκρατία, οι ελευθερίες, τα αισιόδοξα αισθήματα, όχι ο φόβος.
Η παράλυση από τον ειδησεογραφικό βομβαρδισμό και τις «διαρροές» οδηγεί πράγματι σε ακινησία τους πολίτες. Φοβούνται. Δεν γνωρίζουν επακριβώς τι τους περιμένει. Αναμένουν να φτάσει η πρώτη του Απρίλη προκειμένου να καταλάβουν ποια είναι η έκταση της ζημιάς. Όχι της ελληνικής οικονομίας εν γένει, αλλά της τσέπης τους. Αυτό που δεν κατανοούν ορισμένοι, είναι ότι όταν θα φτάσει το πλήρωμα του χρόνου και θα καταλάβουν οι μισθωτοί το πόσα θα λείπουν από τις τσέπες τους, ο φόβος θα παραμεριστεί από την σκληρή πραγματικότητα. Θα σταματήσει η ανησυχία για το άγνωστο. Τα ποσά και οι προοπτικές θα έχουν αποσαφηνιστεί. Η παράλυση θα έχει τελειώσει και θα έρχεται η ώρα της κινητοποίησης.
Το δεύτερο στοιχείο, κατά προέκταση, των πιο πάνω, που δεν κατανοούν ορισμένοι που νομίζουν ότι όλα θα γίνουν αποδεκτά ως έχουν, είναι ότι μόλις περάσει η αίσθηση του φόβου και της παράλυσης, μόλις υπάρξει σαφήνεια ποιος χάνει τι, θα έρθει και η ώρα της σύγκρισης. Η ώρα όπου θα είναι σαφές τι θα λείπει από την τσέπη του ενός και τι δεν πληρώνει ο άλλος, εκείνος που θα έπρεπε να πληρώσει αν ζούσαμε σε δίκαιη κοινωνία. Θα γίνει αντιληπτή μέσα στην πράξη η οικονομική πολιτική και ο μονόπλευρος ή όχι χαρακτήρας της. Και τότε θα έρθει η ώρα της αναμέτρησης και της ανατροπής της σημερινής εικόνας.
Πώς ετοιμάζεται η Πολιτική;
Αν η πολιτική πορευτεί με βάση τις σημερινές δημοσκοπήσεις και δημοσιογραφικές αξιολογήσεις κινδυνεύει να βρεθεί ενώπιον οδυνηρών εκπλήξεων. Διότι μετά το Πάσχα, όταν η Ελλάδα θα έχει συσκεφτεί και διαβουλευτεί με άδειες τις τσέπες πάνω από τον οβελία, θα αρχίσουν οι κοινωνικές αναταράξεις. Το χειρότερο που μπορεί να συμβεί στην πολιτική σκηνή του τόπου είναι να φτάσουμε σε αυτές τις αναταράξεις και η κυβέρνηση να είναι απροετοίμαστη να τις αντιμετωπίσει, ενώ η αντιπολίτευση να μην διαθέτει εναλλακτικές προτάσεις γύρο από τις οποίες θα επιδιώξει να κερδίσει συμμαχίες και ρεύματα.
Εάν το πολιτικό σύστημα παγιδευτεί σε μια απλουστευτική αντίληψη για το τι θα συμβεί μετά το Πάσχα, κινδυνεύει να είναι απροετοίμαστο. Για να είναι έτοιμο, θα πρέπει επιτέλους να πάψει να σκορπά φόβο στους μισθωτούς και να κάνει καλές εξηγήσεις μαζί τους. Να πει που αρχίζουν και που τελειώνουν τα μέτρα. Ποια θα είναι τα υποστηρικτικά και τι βλέπει να γίνεται και προγραμματίζει να κάνει ώστε να μην πάει η χώρα σε ύφεση και καταλήξει από το σκοτεινό παρόν στο μαύρο μέλλον. Πολύ δε περισσότερο, από τις εξηγήσεις χρειάζονται πράξεις. Δηλαδή, ο λαός δεν θα δείξει καμιά εμπιστοσύνη στην κυβέρνηση αν δεν δει ότι στα νύχια και στα δόντιά της δεν έχει μόνο τη σάρκα των μισθωτών, αλλά πριν από όλα τη σάρκα εκείνων που σε όλες τις περιστάσεις γνωρίζουν να βγάζουν κέρδη από τον «αέρα της λαμογιάς», να εξασφαλίζουν υπερκέρδη για τον εαυτό τους, να φοροδιαφεύγουν και φοροκλέπτουν.
Η κυβέρνηση οφείλει να κατανοήσει, ότι μόλις πάψει η παράλυση της αναμονής, θα έρθουν τα πραγματικά δύσκολα για τη χώρα και θα θερίσει ανέμους. Η μία παραλλαγή είναι να υπάρξουν αυθόρμητα ξεσπάσματα των οποίων η κατάληξη είναι στις σημερινές συνθήκες απρόβλεπτη. Μπορεί τα αυθόρμητα ξεσπάσματα να οδηγηθούν σε αδιέξοδα, αλλά σε αυτή την περίπτωση η ελληνική οικονομία θα έχει ήδη πληρώσει μεγάλο τίμημα. Μπορεί, όμως, να οδηγήσουν σε νέου τύπου οργάνωση που θα επιδιώξει να βάλει σε μια κατεύθυνση τις αντιστάσεις της κοινωνίας απέναντι στις νεοφιλελεύθερες επιλογές των Βρυξελλών.
Υπάρχει, βέβαια, και μια άλλη προοπτική. Να πάθει η χώρα μετά από ορισμένα κοινωνικά ξεσπάσματα συλλογική κατάθλιψη και διάθεση αναχωριτισμού. Σε αυτή την περίπτωση ναι μεν θα «περάσουν» τυπικά τα μέτρα, αλλά στην πραγματικότητα η χώρα θα βουλιάζει στην ύφεση, όχι μόνο εξαιτίας των οικονομικών μέτρων, αλλά, κύρια, λόγω της ατμόσφαιρας παραίτησης που θα κυριαρχεί στην ελληνική κοινωνία. Όμως, η οικονομία δεν μπορεί να ανορθωθεί χωρίς τον παράγοντα εργαζόμενος άνθρωπος. Χωρίς την θέληση, το πείσμα, το ταλέντο και τη δημιουργικότητα των εργαζομένων.
Το συμπέρασμα είναι πολύ απλό: η κυβέρνηση οφείλει να δείξει με τα μέτρα που θα λάβει κοινωνική δικαιότητα και όχι κοινωνική αδιαφορία όπως την πιέζουν οι φορείς της νεοσυντηρητικής στρατηγικής. Θα πρέπει να λάβει μέτρα ώστε να μην οδηγήσει την Ελλάδα είτε σε μια συλλογική αναχώρηση στην κατάθλιψη, είτε σε μια τυφλή έκρηξη. Στο χέρι της είναι.