Σχεδόν όλοι, κόμματα και λοιποί που διαλαλούν τη γνώμη τους σε αυτές τις περιπτώσεις, θεώρησαν το διάβημα του αυτόχειρα πολιτική πράξη και το τελευταίο του σημείωμα πολιτική παρακαταθήκη που αφορά την κοινωνία μας. Λίγο το υπαρξιακό δέος λίγο ο φόβος του πολιτικού κόστους, κανείς δεν διεχώρισε κατηγορηματικά τη θέση του από το υστερόγραφο αυτής της άγνωστης ζωής. Και όμως όφειλαν να το κάνουν όλοι.
Το σημείωμα ήταν ύμνος στη βία. Το γραπτό ήταν αντιδημοκρατικό μανιφέστο. Και το αίμα που το λέκιασε έδρασε πολλαπλασιαστικά. Για αυτό η αντίθεση των υπεύθυνων δυνάμεων της κοινωνίας μας θα έπρεπε να είναι κατηγορηματική. Δεν ήταν, το αντίθετο. Γι αυτό τώρα κανείς δεν δικαιούται να μιλά.
Η στυγνή βία που ασκήθηκε από δεκάδες “αντιεξουσιαστές” στον ειδικό φρουρό των 600 ευρώ μετά την κηδεία ήταν απολύτως εναρμονισμένη στην τελευταία επιθυμία του νεκρού. Την οποία σεβάστηκαν και νομιμοποίησαν οι πάντες. Τώρα ηχεί παράταιρη οποιαδήποτε αποδοκιμασία αυτής της κτηνωδίας. Δεν μπορείς να τους έχεις όλους
ευχαριστημένους. Δεν μπορείς να αγιοποιείς τον κήρυκα της τυφλής βίας και να αποδοκιμάζεις το πάρθειο βέλος του.