ΓΤΤ


Σάββατο 2 Αυγούστου 2014

Παναγιώτα Δριτσέλη: Η κυβέρνηση επιχειρεί την άρση της συνταγματικής προστασίας του δάσους ως δημοσίου αγαθού



Ομιλία Παναγιώτας Δριτσέλη επί του σχεδίου νόμου «Περιβαλλοντική αναβάθμιση και ιδιωτική πολεοδόμηση - Βιώσιμη ανάπτυξη οικισμών - Ρυθμίσεις δασικής νομοθεσίας».

Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, το παρόν νομοσχέδιο έρχεται να ολοκληρώσει την κυβερνητική μανία για παρεμβάσεις απορρύθμισης στα θέματα χωροταξίας και πολεοδομίας, καθώς είναι το τέταρτο που αφορά τα εν λόγω ζητήματα τους τελευταίους μήνες. Είχε προηγηθεί το νομοσχέδιο για τη χωροταξική και πολεοδομική μεταρρύθμιση, το νομοσχέδιο για το ρυθμιστική σχέδιο Αττικής και το νομοσχέδιο του Υπουργείου Τουρισμού για τις τουριστικές εγκαταστάσεις.

Βέβαια, το οξύμωρο στην υπόθεση είναι ότι όλα αυτά τα νομοσχέδια έχουν προωθηθεί ως μνημονιακές υποχρεώσεις και όλα έχουν ψηφιστεί και εκβιαστικά, αλλά και βιαστικά. Αν προσθέσουμε και τις διατάξεις για τον αιγιαλό που θα έρθουν και αυτές με την ίδια ακριβώς λογική, τότε πραγματικά και ο πλέον καλόπιστος πολίτης καταλαβαίνει ότι η Κυβέρνηση δεν κάνει τίποτα άλλο από το να παραχωρεί στους πάντες κυριολεκτικά γη και ύδωρ. Αυτό νομίζω ότι πρέπει να σημειωθεί και νομίζω ότι αρχίζει να γίνεται κατανοητό από όλους, ακόμα και από τους κυβερνητικούς Βουλευτές.
Σε ό,τι αφορά το σημερινό νομοσχέδιο, τροποποιείται με σωρεία διατάξεων το θεσμικό πλαίσιο χωροταξίας σε δεκάδες ζητήματα που εκτείνονται από τα δάση μέχρι την κτηνοτροφία και το ορειβατικά καταφύγια.
Οι χρήσεις της δασικής γης αποτελούν το βασικό διακύβευμα του νομοσχεδίου. Οι σημαντικότερες αρνητικές καινοτομίες του υπό συζήτηση κειμένου είναι κατά βάση τρεις. Η δυνατότητα άρσης κήρυξης αναδασωτέων διατάξεων με fast track διαδικασίες από τις αποκεντρωμένες διοικήσεις, η δυνατότητα κατάτμησης δημοσίων δασών και η δυνατότητα κατάργησης του τεκμηρίου της κυριότητας του δημοσίου για δάση χωρίς τίτλους κυριότητας. Με αυτές τις τρεις καινοτομίες ουσιαστικά αίρεται στην πράξη η συνταγματική προστασία του δάσους ως δημοσίου αγαθού. Αυτό πρακτικά σημαίνει ότι δάση τα οποία βολιδοσκοπούνται από εμπρηστές μέχρι και καταπατητές μένουν θεσμικά απροστάτευτα με ό,τι αυτό συνεπάγεται για το δημόσιο συμφέρον.
Και θα πρέπει ακόμα να σημειωθεί ότι όλα αυτά συντελούνται την ίδια στιγμή που η Κυβέρνηση σκόπιμα κωλυσιεργεί την κατάρτιση του δασολογίου και των δασικών χαρτών, όπως ακριβώς κάνει και με το Κτηματολόγιο.
Κατά τα άλλα, στα ήδη καταπατημένα και κακοποιημένα ελληνικά δάση απελευθερώνεται πλήρως το πλαίσιο των επιτρεπόμενων χρήσεων με δυνατότητα εγκατάστασης πάσης φύσεως υποδομών. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι τα τελευταία πενήντα χρόνια τα δάση της χώρας μας γέμισα τσιμέντο, ογκώδη και ακαλαίσθητα κτήρια κάθε είδους, ενώ υποβαθμίστηκε και το τουριστικό μας προϊόν από τις αμέτρητες κατασκευαστικές κακοτεχνίες που πληγώνουν μέχρι σήμερα τα βουνά της Ελλάδας. Το ίδιο συνέβη και με τις ελληνικές πόλεις και με τις παραλίες.
Οι θεσμοί, λοιπόν, το πολιτικό σύστημα, αλλά και η δημόσια διοίκηση απέτυχαν παταγωδώς να προστατεύσουν το φυσικό και αρχιτεκτονικό πλούτο της χώρας με τα αποτελέσματα που όλοι βλέπουμε γύρω μας.
Θα πρέπει, λοιπόν, να αναρωτηθούμε εάν πραγματικά χρειάζεται μία ακόμα μεγαλύτερη απορρύθμιση του θεσμικού πλαισίου και αν τελικά είναι βάσιμη η σχεδόν μεταφυσική δοξασία ορισμένων ότι μόλις καταργήσουμε κάθε προστατευτισμό στο ελληνικό περιβάλλον, οι επενδυτές θα τρέξουν να εγκατασταθούν στη χώρα. (NP)
Ποτέ δεν επιβεβαιώθηκαν όλα αυτά. Καμία επένδυση δεν πρόκειται να υλοποιηθεί σε ένα περιβάλλον διαλυμένο. Καμιά σοβαρή τουριστική επιχείρηση δεν πρόκειται να εγκατασταθεί στον ορεινό μας όγκο, αφού ήδη τον έχουμε παραδώσει στα μεταλλεία χρυσού, ενώ ότι έχει περισσέψει, σκοπεύουμε να το γεμίσουμε με τεράστιες εγκαταστάσεις εκμετάλλευσης ενέργειας.
Ακριβώς τα ίδια ζητήματα έχουν και οι πόλεις μας. Ακριβώς το ίδιο πρόβλημα προκύπτει με την τεράστια καταστροφή που έχει συντελεστεί εδώ και χρόνια στην ακτογραμμή μας.
Με δύο λόγια, αυτή τη στιγμή η Ελλάδα έχει έλλειψη υγιούς ανάπτυξης, διότι εδώ και πενήντα χρόνια δεν έχουμε σταματήσει να τη καταστρέφουμε. Εκεί θα πρέπει να εστιάσουμε την προσοχή μας και όχι στο πώς θα καταφέρουμε να την καταστρέψουμε ακόμη περισσότερο.
Σε ό,τι αφορά τα ειδικά ζητήματα του νομοσχεδίου, η Κυβέρνηση από τη μια απορρυθμίζει το γενικό πλαίσιο, από την άλλη έρχεται να δελεάσει τους πολίτες με επιμέρους ρυθμίσεις χρονιζόντων προβλημάτων, που η ίδια ή άλλες προηγούμενες έχουν δημιουργήσει. Επιχειρεί, έτσι, να εκβιάσει την ψήφο των Βουλευτών, ώστε να συναινέσουν σε ένα άκρως προβληματικό κατά τα άλλα νομοσχέδιο. Τα θέματα των σταβλικών εγκαταστάσεων των κτηνοτρόφων αποτελούν χαρακτηριστικό παράδειγμα αυτής της πρακτικής.
Ο ΣΥΡΙΖΑ  επί δύο χρόνια καλεί την Κυβέρνηση να καταθέσει τις ρυθμίσεις για τις κτηνοτροφικές εγκαταστάσεις, ενώ έχει θέσει το θέμα επισταμένα και στην ηγεσία του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων. Εντούτοις, επιλέγεται η συμπερίληψη των σχετικών ρυθμίσεων στο παρόν νομοσχέδιο, χωρίς να υπάρχει η δυνατότητα  συζήτησης με τους ίδιους τους κτηνοτρόφους και ενώ την ίδια στιγμή η ελληνική κτηνοτροφία βάλλεται από χίλιες άλλες πλευρές εξαιτίας των επιλογών της Κυβέρνησης.
Και στο θέμα, όμως, αυτό η βάση του προβλήματος παραμένει άλυτη. Δεν υπάρχει χαρτογράφηση των βοσκήσιμων γαιών στην ελληνική επικράτεια, αν και είναι απαραίτητο μια κτηνοτροφική εγκατάσταση να συνδέεται με αυτές.
Αντί, λοιπόν, τα συναρμόδια Υπουργεία να προσεγγίσουν συνολικά το ζήτημα, επιλέγουν να νομοθετήσουν επιμέρους με στρεβλά, προφανώς, πολιτικά κίνητρα.
Ο ΣΥΡΙΖΑ, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, αντιτάσσεται στο συγκεκριμένο νομοσχέδιο, όπως ακριβώς έκανε και με όλα τα προηγούμενα που απορρύθμιζαν το πλαίσιο χωροταξικής ανάπτυξης, γιατί η δική μας οπτική για την ανάπτυξη είναι ακριβώς αντίθετη με αυτή που αποτυπώνεται και στο νομοσχέδιο αυτό.
Η διατήρηση του δάσους ως κοινωνικού αγαθού και η ποιοτική αναβάθμισή του είναι οι μόνες πολιτικές που θα προσελκύσουν την υγιή επιχειρηματικότητα χωρίς να συνεχίζουν να δημιουργούνται όλα αυτά τα κατασκευαστικά τερατουργήματα  που βλέπουμε εδώ και χρόνια.
Η λύση στο αναπτυξιακό πρόβλημα της χώρας δεν είναι τα μεταλλεία χρυσού, δεν είναι οι φαραωνικές ενεργειακές κατασκευές στην κορυφογραμμή της Πίνδου και οι τεράστιες και ακαλαίσθητες τουριστικές κατασκευές. Το κλειδί της ανάπτυξης είναι η προστασία των φυσικών μας πόρων και η αναβάθμιση του ελληνικού τοπίου και σε ό,τι αφορά τα δάση και σε ό,τι αφορά τις ακτές μας. Μας προβληματίζει, βέβαια, ιδιαίτερα η πίεση των φορέων που μας δανείζουν σε σχέση με αυτά τα  ζητήματα, πίεση, η οποία τυχαίνει να ταυτίζεται και με μεγάλα επιχειρηματικά συμφέροντα, εγχώρια και ξένα.
Εμείς, λοιπόν, λέμε ότι η προστασία του περιβαλλοντικού πλούτου είναι το κλειδί για την οικονομία, αλλά και απαραίτητη προϋπόθεση για την ίδια τη ζωή στη χώρα μας.
Με αυτόν, λοιπόν, τον προσανατολισμό συνεχίζουμε να παλεύουμε για την ανατροπή των σχεδίων της Κυβέρνησης, της τρόικας και των επιχειρηματικών κύκλων που ευνοούνται από τη διάλυση του πλαισίου προστασίας των ελληνικών δασών.