Ο καταξιωμένος
ποιητής, πεζογράφος, μεταφραστής μιλάει για την αξία της ποίησης και
εξομολογείται το περιστατικό που τον "σημάδεψε" ως ποιητή
«Η μεγαλύτερη χαρά που μπορεί να νιώσει ένας ποιητής είναι να αισθανθεί
ότι κάποιοι στίχοι του βοήθησαν έναν αναγνώστη. Ότι κάποιοι στίχοι του μένουν
και γίνονται ένα εργαλείο για να αντιμετωπίσει τις πραγματικότητες της δικής
του ζωής». Αυτό δήλωσε, από την Καρδίτσα όπου βρέθηκε
τις προηγούμενες μέρες
προκειμένου να τιμηθεί από το 30ο Πανελλήνιο Φεστιβάλ Ερασιτεχνικού Θεάτρου, ο καταξιωμένος ποιητής,
πεζογράφος, μεταφραστής Τίτος Πατρίκιος.
Η βράβευσή του από το Φεστιβάλ Θεάτρου,
που διοργάνωσε η Ένωση Πολιτιστικών Συλλόγων του Νομού, με την
υποστήριξη της Περιφέρειας Θεσσαλίας-Περιφερειακής Ενότητας Καρδίτσας, του
Δήμου Καρδίτσας, της Περιφερειακής Ένωσης Δήμων (Π.Ε.Δ.) Θεσσαλίας και της
Ιεράς Μητρόπολης Θεσσαλιώτιδος και Φαναριοφερσάλων, πραγματοποιήθηκε την
Παρασκευή 28 Μαρτίου, σε μια βραδιά ιδιαίτερα συγκινητική.
Στη ζωή και το έργο του αναφέρθηκε ο
δημοσιογράφος – συγγραφέας κ. Μηνάς Βιντιάδης, ενώ την τιμητική πλακέτα
απένειμε ο Πρόεδρος της Ένωσης Πολιτιστικών Συλλόγων κ. Μανώλης Στεργιόπουλος,
Συνεχίζοντας τα αφιερώματά της στα τιμώμενα
πρόσωπα του 30ου Πανελλήνιου Φεστιβάλ Ερασιτεχνικού Θεάτρου, η Ένωση
Πολιτιστικών Συλλόγων σας «μεταφέρει» όλα όσα ανέφερε ο Τίτος Πατρίκιος κατά τη
δική του βράβευση.
Η μεγαλύτερη χαρά για έναν ποιητή
«Αγαπητοί φίλοι και αγαπητές φίλες, πιστέψτε
με ότι πέρα από τα συνηθισμένα ευχαριστήρια που κάνει κάποιος που τον έχουν
καλέσει, χωρίς τυπικότητες και χωρίς υπερβολές, μου προσφέρετε μία παρα πολύ
μεγάλη χαρά και μια παρα πολύ μεγάλη συγκίνηση και σας ευχαριστώ από τα βάθη
της καρδιάς μου.
Γιατί η χαρά που μου δίνετε είναι αναγκαία για
να συνεχίζουμε τη ζωή μας. Δεν μπορούμε πια να προχωρούμε χωρίς και κάποια
χαρά. Και όχι όλο με στενοχώριες και λύπες.
Και η μεγαλύτερη χαρά που μπορεί να νιώσει
ένας ποιητής είναι να αισθανθεί ότι κάποιοι στίχοι του βοήθησαν έναν αναγνώστη.
Ότι κάποιοι στίχοι του μένουν και γίνονται ένα εργαλείο για να αντιμετωπίσει
τις πραγματικότητες της δικής του ζωής».
Η αξία της ποίησης
«Γιατί από καιρό τώρα έχω καταλήξει να
πιστεύω ότι η ποίηση δεν είναι η έκθεση της αυτοβιογραφίας του ποιητή, όπως
συνήθως νομίζουμε. Γιατί οι ποιητές μιλάνε πολύ για τον εαυτό τους, οπότε λέμε
«Και τι μας νοιάζει να μιλά αυτός για τον εαυτό του συνέχεια». Η ποίηση είναι η
δυνατότητα που δίνεις στον αναγνώστη να φτιάξει εκείνος τη δική του
αυτοβιογραφία. Να ανακαλύψει ο αναγνώστης τον δικό του εαυτό».
Το περιστατικό που τον ΄΄σημάδεψε΄΄ ως
ποιητή
«Θα σας πω ένα μόνο περιστατικό που υπήρξε
από τις μεγαλύτερες ικανοποιήσεις που έχω πάρει στη ζωή μου ως ποιητής. Πριν
ενάμιση χρόνο ήμουν καλεσμένος στο Μεξικό. Σε ένα μεγάλο διεθνές Φεστιβάλ
Ποίησης. Το Μεξικό είναι μια πολύ μεγάλη χώρα, με πολύ μεγάλο πληθυσμό. Η πόλη
του Μεξικό είναι 23 εκατομμύρια. Είναι δύο Ελλάδες και πάνω δηλαδή.
Καταλαβαίνετε και τι μεγάλο ήταν εκείνο το Φεστιβάλ. Όλα είναι μεγάλα στο
Μεξικό. Είναι η χώρα με την πιο εκτεταμένη κουλτούρα. Σε κάθε γωνιά υπάρχουν
Βιβλιοθήκες, θέατρα, ωδεία, Πανεπιστήμια, σχολεία, τα πάντα. Και ταυτοχρόνως είναι
η χώρα με την πιο εκτεταμένη εγκληματικότητα. Σε κάθε γωνιά σκοτώνουν
ανθρώπους.
Μέσα σ ΄ αυτές τις συνθήκες, διαβάστηκαν και
τα δικά μου ποιήματα μεταφρασμένα στα ισπανικά. Εγώ είπα ένα ποίημα στα
ελληνικά – Το «Υμνώ το σώμα μου» από το προηγούμενο βιβλίο μου – και μια πολύ
καλή ηθοποιός το είπε στα ισπανικά. Στο τέλος έγινε πάλι μια πολύ μεγάλη
δεξίωση με πολύ κόσμο, πίναμε από ένα κρασί, ερχόντουσαν νέα παιδιά, τους
υπέγραφα, τα γνωστά που γίνονται, και έρχεται ένας άνθρωπος που δεν έδειχνε
διανοούμενος. Είχε σκαμμένα χαρακτηριστικά, είχε εργατική φυσιογνωμία. Και
έρχεται και μου λέει σε σπασμένα αγγλικά : «Θέλω να σας ευχαριστήσω». Λέω : «Εγώ
θέλω να σας ευχαριστήσω που ήρθατε απόψε και ακούσατε». «Όχι», μου λέει, «Θέλω
να σας ευχαριστήσω γιατί πρώτη φορά άκουσα ένα ποίημα, πρώτη φορά στη ζωή μου,
που μιλάει για τα χέρια που τα φάγανε οι μηχανές». Και μου κάνει έτσι και μου
δείχνει τα χέρια του που ήταν γεμάτα γάζες. Και πραγματικά, σ ΄ αυτό το ποίημα
μιλάω για τα χέρια των εργατών που τα τρώνε οι μηχανές, που έχουν σπάσει τα
δάχτυλα, τα νύχια κ.λ.π.
Και πιστέψτε με, ότι συγκινήθηκα τότε βαθιά
και αισθάνθηκα μεγάλη ικανοποίηση γιατί είπα «Να, άξιζε να αφιερώσω όλη μου τη
ζωή σ΄ αυτή την υπόθεση γιατί τώρα, τι βλέπω; Ένας στίχος που γράφτηκε στην
Ελλάδα, που μεταφράστηκε σε μια άλλη γλώσσα, στα ισπανικά, που πέρασε τον
ωκεανό, που έφθασε στο Μεξικό, βοήθησε, από την άλλη όχθη του ωκεανού, έναν
Μεξικάνο εργάτη να ξαναδεί τη ζωή του. Ε, δεν υπάρχει άλλη μεγαλύτερη
ικανοποίηση από αυτή.
Δεν θέλω να φλυαρήσω άλλο. Διότι θα επαναλάβω
και κάτι που μου αρέσει τον τελευταίο καιρό και το λέω. Ότι το μόνο στο οποίο
μοιάζουν οι ποιητές με τους πολιτικούς είναι ότι και οι δύο, όταν πιάσουν ένα
μικρόφωνο, δεν το αφήνουν».