Ειδικότερα, ο κ. Ταλιαδούρος προτείνει:
«Η Ευρωπαϊκή ενοποιητική προσπάθεια,
βρίσκεται σε ένα κρίσιμο σημείο καμπής. Ο συνδυασμός της οικονομικής κρίσης με
τις καθυστερήσεις στην προώθηση της
πολιτικής ένωσης και την παρουσία ενός ισχυρού ρεύματος ευρωσκεπτικισμού
στην ευρωπαϊκή κοινή γνώμη, διαμορφώνουν ένα αρνητικό τοπίο . Ευρισκόμενη
ενώπιον αυτού του πλέγματος προβλημάτων,
η Ευρωπαϊκή Ένωση καλείται να λάβει αποφάσεις προοπτικής, συνδυάζοντας την
ανάγκη άμεσων παρεμβάσεων για την αποτελεσματική αντιμετώπιση των επειγόντων
ζητημάτων που απασχολούν τους πολίτες της, με τις απαραίτητες στρατηγικές
πρωτοβουλίες που επιβάλλονται προκειμένου το Ευρωπαϊκό ενοποιητικό εγχείρημα να
ξαναβρεί τη χαμένη δυναμική του και να επιταχύνει την πορεία του προς την
ολοκλήρωση.
Ως προς τις άμεσες παρεμβάσεις, επείγει
να προωθηθεί μια «ατζέντα» θετικών μέτρων, που
να ανακουφίζουν τους ευρωπαίους πολίτες από τα δυσβάσταχτα βάρη που
έχουν επωμιστεί, δίνοντας ταυτόχρονα την αναγκαία αναπτυξιακή ώθηση στις
εθνικές οικονομίες ώστε να αποκολληθούν από την ύφεση και να δημιουργήσουν νέες θέσεις απασχόλησης.
Στην κατεύθυνση αυτή τέτοια μέτρα θα μπορούσαν να είναι:
Α. Η μετατροπή του δημοσίου χρέους των κρατών-μελών σε
ποσοστό μέχρι 60 % του ΑΕΠ τους (σύμφωνα με το όριο των κριτηρίων του
Μάαστριχτ), σε ευρωπαϊκό ομόλογο από την ίδια την Ευρωπαϊκή Ένωση, η οποία θα
το διακρατήσει και θα το διαχειριστεί για λογαριασμό της.
Β. Η έκδοση «ευρωομολόγων για ανάκαμψη» με τα οποία θα
καταστεί δυνατό να χρηματοδοτηθούν δομικές, κοινωνικές και περιφερειακές
δράσεις, καθώς και αναπτυξιακά έργα, τα οποία θα συμβάλλουν στην αναπτυξιακή
ώθηση των ευρωπαϊκών οικονομιών και τα οποία, φυσικά, θα είναι σαφώς διακριτά
από το προλεχθέν Ευρωπαϊκό ομόλογο.
Γ. Η δημιουργία ενός Ευρωπαϊκού Ταμείου Επανόρθωσης, όπως
έχει εισηγηθεί μεταξύ άλλων προτάσεών του, ο Γάλλος οικονομολόγος Ζακ Ατταλί,
το οποίο να έχει ως αποστολή του τη χρηματοδότηση – μέσω δημοσιονομικών πόρων
και δανείων- των δαπανών που σχετίζονται με τις συντάξεις, αλλά και με το
περιβάλλον, τις οποίες οι σημερινές γενιές θα «κληροδοτήσουν» στις επόμενες.
Δ. Η υιοθέτηση μιας νέας κοινής πολιτικής, προκειμένου να
αντιμετωπισθούν οι κίνδυνοι για την ευρωπαϊκή παραγωγή στο πλαίσιο του
παγκοσμιοποιημένου οικονομικού περιβάλλοντος, από τον αθέμιτο ανταγωνισμό χωρών
με υποβαθμισμένη κοινωνική προστασία και με χαμηλά ημερομίσθια.
Ε. Η θέσπιση ενός νέου δεσμευτικού Ευρωπαϊκού Χάρτη
Κοινωνικής Προστασίας, ο οποίος να προβλέπει ελάχιστες εγγυημένες προδιαγραφές
για όλους τους Ευρωπαίους πολίτες, διασφαλίζοντας την απρόσκοπτη πρόσβασή τους
σε βασικές κοινωνικές υπηρεσίες και δημόσια αγαθά και να κατοχυρώνει ένα
ελάχιστο εγγυημένο εισόδημα, επαναβεβαιώνοντας έμπρακτα την απόφαση της
Ευρωπαϊκής Ένωσης να υπερασπιστεί το
Ευρωπαϊκό κοινωνικό μοντέλο.
ΣΤ. Η εφαρμογή μιας νέας μεταναστευτικής πολιτικής, με βάση
την αναθεώρηση του Κανονισμού 343/2002 (Δουβλίνο ΙΙ), που η πρόβλεψή του ότι
ένας μετανάστης δικαιούται να ζητήσει άσυλο μόνο από την Ευρωπαϊκή χώρα στην
οποία θα εισέλθει για πρώτη φορά, δημιουργεί τη στρέβλωση των «επαναπροωθήσεων»
και προκαλεί τρομακτικά προβλήματα στις χώρες- πύλες εισόδου μεταναστών όπως η
Ελλάδα.
Πέραν, ωστόσο, από αυτές τις
παρεμβάσεις, είναι επιτακτικό, να αναληφθούν
στρατηγικές πρωτοβουλίες, ώστε το ενοποιητικό εγχείρημα να ξαναβρεί τη
χαμένη δυναμική του και ταυτόχρονα να διαμορφωθούν οι προϋποθέσεις για το
ξεπέρασμα του πλήγματος που έχει υποστεί η σχέση της Ένωσης και των θεσμών της
με τούς ευρωπαίους πολίτες. Στο πλαίσιο αυτό θα μπορούσαν να προωθηθούν:
Α. Θεσμικές παρεμβάσεις για την ενίσχυση της δημοκρατικής
νομιμοποίησης των αποφάσεων, που λαμβάνονται σε όλα τα επίπεδα λειτουργίας της
Ένωσης, που θα ενδυναμώσουν την επιρροή της λαϊκής βούλησης στα ευρωπαϊκά
δρώμενα και θα δημιουργήσουν μηχανισμούς που θα διασφαλίζουν τον άμεσο έλεγχο
από την πλευρά των πολιτών σε όλη την κλίμακα εξουσίας, έτσι ώστε να μειωθεί
δραστικά το δημοκρατικό έλλειμμα που
τροχοπεδεί τη δημοκρατική ανάπτυξη της Ένωσης.
Β. Η επιτάχυνση των διαδικασιών που θα επιτρέψουν ώστε η
Ευρώπη να φτάσει σε μια πραγματική Ευρωπαϊκή Πολιτική Ένωση, με κύρια
χαρακτηριστικά την ανάπτυξη μιας ουσιαστικής και ανεξάρτητης Κοινής Εξωτερικής
Πολιτικής και Πολιτικής Ασφάλειας.
Γ. Η εγκαθίδρυση της οικονομικής διακυβέρνησης στην Ευρωζώνη
με το διορισμό μόνιμου Προέδρου, τη θέσπιση αυτόνομου δικού της προϋπολογισμού
με ίδιους πόρους και με δυνατότητα να συνάπτει δάνεια και με την πρόβλεψη ο
προϋπολογισμός αυτός να έχει αναδιανεμητικό χαρακτήρα ώστε να στηρίζονται οι
αδύναμες χώρες.
Δ. Η εκ νέου συζήτηση για τη σύνταξη του Ευρωπαϊκού
Συντάγματος, με τη διασφάλιση της
ενεργού συμμετοχής των ευρωπαίων πολιτών στις σχετικές διαδικασίες. Αυτό μπορεί
να γίνει με την εξουσιοδότηση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο να αποτελέσει τη
Συντακτική Συνέλευση, εφ’ όσον τα μέλη του εκλεγούν και με αυτήν την αποστολή,
και να κατοχυρωθεί με την απόφαση ότι το τελικό σχέδιο Ευρωπαϊκού Συντάγματος,
θα τεθεί προς έγκριση με δημοψήφισμα που
θα διενεργηθεί την ίδια ημέρα σε όλες τις χώρες-μέλη.
Τα όσα αδρομερώς προπαρατέθηκαν, μπορούν να
αποτελέσουν βασικά σημεία για την εκπόνηση ενός ολοκληρωμένου νέου σχεδίου για
την Ευρωπαϊκή Ένωση, το οποίο καθίσταται μια επείγουσα υποχρέωση για όσους
εξακολουθούν να πιστεύουν στο Ευρωπαϊκό Όραμα, ιδιαίτερα στη σημερινή κρίσιμη
για την Ευρώπη συγκυρία. Γιατί αν αυτή η κρίση έχει μια «θετική» διάσταση, αυτή
συνίσταται ακριβώς στην ανάγκη να ξαναδούμε σε μια νέα, ρεαλιστικότερη βάση, το
τι Ευρώπη θέλουμε να οικοδομήσουμε και ποιες προτεραιότητες αναδεικνύουμε,
προκειμένου να κάνουμε πράξη την Ευρωπαϊκή Ολοκλήρωση.»