Του Μάξιμου Χαρακόπουλου
Αν
και ήμουν παιδάκι το 1974 έχουν χαραχθεί έντονα στη μνήμη μου οι εικόνες του
αποχαιρετισμού του πατέρα μου για την επιστράτευση του 1974. Τέσσερεις
ολόκληρες δεκαετίες πέρασαν ήδη από εκείνο το τραγικό καλοκαίρι, όταν, μετά από
το προδοτικό πραξικόπημα, οργανωμένο από τη χούντα των Αθηνών κατά του προέδρου
Μακαρίου, ο Αττίλας εισέβαλε στην Κύπρο. Έκτοτε, σχεδόν το 40% του εδάφους της μαρτυρικής
μεγαλονήσου κατέχεται από τον τουρκικό στρατό, ενώ οι έποικοι, που με
συστηματικό τρόπο εγκαθίστανται από το τουρκικό κράτος, αυξάνονται με
γεωμετρική πρόοδο. Τα καταδικαστικά ψηφίσματα του ΟΗΕ για τις προφανείς και
διαρκείς παραβιάσεις του διεθνούς δικαίου από την Τουρκία αποδεικνύονται στην
πράξη κουρελόχαρτα, καθώς δεν υπάρχει ουσιαστικός μηχανισμός επιβολής τους.
Έτσι, οι αλλεπάλληλες προσπάθειες επίλυσης του προβλήματος δεν είχαν κανένα
αποτέλεσμα. Όσο για την Άγκυρα δεν δείχνει διάθεση αλλαγής της πολιτικής της,
όπως απέδειξε και πρόσφατα με το απαράδεκτο έγγραφο που έστειλε στην Ε.Ε., όπου
μεταξύ άλλων, η Κυπριακή Δημοκρατία αναφέρεται ως «εκλιπούσα»...
Η
Κύπρος, παρά την «αλλεργία» που προκαλεί το άκουσμα της λέξης σε κάποιους κύκλους
των Αθηνών, εξακολουθεί να αντιστέκεται και να παραμένει ένα ζωντανό κομμάτι
του ελληνισμού. Από την Μυκηναϊκή εποχή έως σήμερα, η ελληνική λαλιά δεν έπαψε
να μιλιέται στο νησί της Αφροδίτης. Γενιές επί γενεών, οι Κύπριοι διαφύλαξαν
την ελληνική τους ταυτότητα, όπως αργότερα και την Ορθοδοξία, κάτω από το ζυγό διαφόρων
κατακτητών: Πέρσες, Ρωμαίοι, Φράγκοι, Ενετοί, Τούρκοι και Άγγλοι.
Κι
όταν ήλθε η ώρα για το ποθούμενο, τη δεκαετία του 1950, με την προσδοκία της
ελευθερίας και της Ένωσης ξεσηκώθηκαν οι αδελφοί μας Κύπριοι κατά της αγγλικής αποικιοκρατίας,
και διεξήγαγαν τον ηρωικό αγώνα της ΕΟΚΑ. Δυστυχώς, όμως, η Κυπριακή
Δημοκρατία, που γεννήθηκε ως αποτέλεσμα αυτού του αγώνα αλλά και των
διπλωματικών ισορροπιών, δεν έζησε για καιρό την ειρήνη. Βάσει του τουρκικού
σχεδιασμού, που υποβοήθησαν και δικά μας λάθη, φθάσαμε στο 1974.
Όλα
αυτά τα χρόνια, και παρά τις οδυνηρές υποχωρήσεις εκ μέρους της ελληνοκυπριακής
πλευράς και την εκδήλωση ειλικρινούς διάθεσης διευθέτησης του ζητήματος, λύση
δεν έχει υπάρξει. Κι η βασική αιτία γι’ αυτό είναι η πραγματική επιδίωξη της
Άγκυρας, που δεν είναι άλλη από την κατάλυση της κρατικής κυριαρχίας της Κυπριακής
Δημοκρατίας και τον ουσιαστικό έλεγχο όλου του νησιού. Η φράση του αείμνηστου
Τάσσου Παπαδόπουλου «παρέλαβα κράτος και δεν θα παραδώσω κοινότητα», στο
ιστορικό διάγγελμα της 24ης Απριλίου 2004, δεν μπορεί παρά να είναι και
σήμερα η απάντηση σε όσους μιλούν για «εκλιπούσα Κυπριακή Δημοκρατία».
Είναι
περιττό να εξηγήσουμε τη μοναδική γεωστρατηγική αξία που έχει η Κύπρος.
Ιδιαίτερα, σήμερα που όλη η περιοχή της Μέσης Ανατολής βρίσκεται κυριολεκτικά
στις φλόγες. Πριν από δέκα χρόνια, το 2004, με το περίφημο σχέδιο Ανάν, και τις
ποικίλες πιέσεις από διεθνή κέντρα, η υπόσταση της Δημοκρατίας της Κύπρου
βρέθηκε υπό ασφυκτική απειλή. Τότε, όμως, ο κυπριακός λαός απέτρεψε με το
γνωστό δημοψήφισμα την ολοκλήρωση του σχεδίου.
Αναμφίβολα,
σήμερα, έχουν δημιουργηθεί νέα δεδομένα. Τα κοιτάσματα φυσικού αερίου στον
υποθαλάσσιο χώρο της Κύπρου και η διαδικασία εκμετάλλευσής τους αναβαθμίζουν τη
σημασία της. Οι ιδιαίτερα αισιόδοξες προοπτικές που διανοίγονται στον τομέα της
ενέργειας εξισορροπούν σε μεγάλο βαθμό τις απώλειες από την οικονομική κρίση
που γνώρισε πρόσφατα η Κύπρος, όταν αποφασίστηκε το κούρεμα των τραπεζικών
καταθέσεων. Το σημαντικότερο, όμως, όλων είναι το ειδικό βάρος που αποκτά πλέον
η Κύπρος, και την καθιστά βασικό «παίχτη» των νέων ισορροπιών που αναπτύσσονται
στην ανατολική Μεσόγειο. Απόδειξη αυτών είναι η ραγδαία αναβάθμιση των σχέσεων
της Λευκωσίας με το Ισραήλ και τις Ηνωμένες Πολιτείες. Με προσεκτικούς
χειρισμούς το γερό «χαρτί» που κρατά η ελληνοκυπριακή ηγεσία μπορεί να
επιδράσει καταλυτικά στο πλαίσιο της νέας φάσης των συνομιλιών για την επίλυση
του κυπριακού. Κυρίως, να εξαναγκαστεί η Τουρκία να συμφωνήσει σε μια δίκαιη
και βιώσιμη λύση, αποσύροντας το στρατό κατοχής. Κι αυτό μπορεί να συμβεί αν
πιεστεί αποφασιστικά από το διεθνή παράγοντα. Καραδοκεί, βεβαίως, και ο
κίνδυνος, αν δεν προσέξουμε, το φυσικό αέριο να μετατραπεί σε μπούμερανγκ, που
θα οδηγήσει σε λύσεις πιο κοντά στους στόχους της Άγκυρας. Γι’ αυτό οφείλουμε όλοι
να είμαστε σε εγρήγορση. Ας ελπίσουμε αυτή τη φορά «να φυσήσει ένας αέρας» που
θα φέρει τη «δροσιά» της λευτεριάς στην μαρτυρική μεγαλόνησο. Για να φέξει
καρτερούμεν το φως εκείνης της μέρας…
Ο κ. Μάξιμος Χαρακόπουλος είναι βουλευτής
Λαρίσης της Νέας Δημοκρατίας, πρώην αναπληρωτής υπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης
και Τροφίμων.