|
Της ΕΛΕΝΗΣ ΧΟΛΕΒΑ
Συνοδεύουν τις καλοκαιρινές μας μνήμες σκορπίζοντας λαχταριστές ευωδιές από άκρη σε άκρη στην πόλη. Κάθε πλατεία, κάθε γέφυρα, κάθε δημόσιος χώρος, έχει ένα δικό του πρόσωπο που συντροφεύει τις βόλτες των Τρικαλινών. Αποτελούν κι αυτοί με τη σειρά τους μία από τις παραγωγικές τάξεις αυτής της πόλης και προσπαθούν να βγάλουν το μεροκάματο κάτω από αντίξοες πολλές φορές συνθήκες.
Ο λόγος για τους πλανόδιους πωλητές, που και αυτό το καλοκαίρι έπιασαν τα πόστα τους και πωλούν τι άλλο, καλαμπόκι στη φουφού. Η ταπεινή ρόκα που από παιδιά μέχρι σήμερα θυμόμαστε να συνοδεύει τις θερινές μας βόλτες στην πόλη και που εκτός από ένα γρήγορο σνακ, όπως εκμοντερνισμένα αναφέρουμε πλέον, αποτελεί κι έναν εναλλακτικό και υγιεινό τρόπο διατροφής.
Γενικότερα, η αλήθεια είναι ότι η πόλη το καλοκαίρι χάρη στην παρουσία αυτών των ανθρώπων αποκτά μία ξεχωριστή και γιορτινή όψη, θα λέγαμε και μερικές φορές «πανηγυρτζίδικη», αφού εκτός από τις ψησταριές με τα καλαμπόκια, συναντούμε επίσης πλανόδιους να πωλούν ποπ κορν, μαλλί της γριάς, ξηρούς καρπούς κ.α..
Σήμερα, το επάγγελμα δεν έχει ηλικία αλλά ούτε και φύλλο. Συναντήσαμε από νέους ανθρώπους μέχρι και υπερήλικες, πίσω από τη ζέστη των αναμμένων κάρβουνων να εξυπηρετούν τον κόσμο, που αναμφισβήτητα δεν μπορεί να αντισταθεί στις ευωδιές της καλοκαιρινής ρόκας, με το μπόλικο αλάτι τυλιγμένη στη φλοίδα της.
Οι πλανόδιοι δύσκολα βγάζουν το μεροκάματο όσο κι αν φουντώνουν τη φουφου, όσες ώρες κι αν δουλεύουν. Έτσι κι αλλιώς όμως, οι περισσότεροι εξ αυτών έχουν μάθει στη δύσκολη ζωή.
Στη φουφού μέχρι τα 80!
Στην πλατεία παλαιού Δεσποτικού, ο κ. Θανάσης Κατσιάβας άναψε από νωρίς τη φουφού με τα καλαμπόκια. Γύρω του φίλοι τον συντροφεύουν ενώ τα παιδιά που παίζουν στην πλατεία τον γνωρίζουν πλέον μετά από τόσα καλοκαίρια που αγοράζουν ρόκες από τον «παππού» όπως τον αποκαλούν. Τη δουλειά αυτή την κάνει από δέκα χρονών και σήμερα, ο κ. Κατσιάβας αγγίζει τα 80! Μας μιλά για τα 70 χρόνια δουλειάς σαν να ξεκίνησε χθες αφού όπως μας λέει, εκτός από βιοπαλαιστής, του αρέσει να αισθάνεται ότι μπορεί να προσφέρει ακόμη και σε αυτή την ηλικία.
Το χειμώνα, οι ρόκες γίνονται κάστανα ενώ όπως μας είπε, πριν από χρόνια, ο χειμώνας εκτός από κάστανα ήταν και για την περιοχή μας η εποχή για σαλέπι. Πώς μπορεί ένας 80χρονος όμως να στέκεται πάνω από την καυτή φουφού ακόμη και σήμερα; Όπως μας είπε ο Κατσιάβας, η σύνταξη του ΟΓΑ που παίρνει δεν φτάνει οπότε το να βγει στην αγορά εργασίας με κάποιο τρόπο ήταν μονόδρομος για τον ίδιο.
Η κυρία της ψητής ρόκας
Η βόλτα συνεχίζει και φτάνει στην πλατεία Ρήγα Φεραίου. Εκεί η κα. Αθανασία Μόκα, μας καλωσορίζει στη δική της φουφού. Η ζέστη πίσω από τα αναμμένα κάρβουνα είναι αφόρητη, αλλά και η κα. Μόκα δεν έχει πολλά περιθώρια να εγκαταλείψει το πόστο της για να κάνει και αυτή την καλοκαιρινή της βόλτα. Οι ανάγκες της καθημερινότητας είναι πολλές και δουλειές άλλες δεν υπάρχουν. Έτσι, αποφάσισε κι εκείνη εδώ και τέσσερα περίπου χρόνια να στήνει τη φουφού της στο κεντρικό σημείο της πόλης και να πουλά τις ευωδιαστές της ρόκες. «Για να βγάλουμε μια σύνταξη πρέπει να πληρώσουμε. Άλλες δουλειές δεν υπάρχουν οπότε αποφάσισα να κάνω αυτή τη δουλειά το χειμώνα ψένω κάστανα. Αναγκαστικά έπρεπε να βρω ένα τρόπο να τα βγάλω πέρα και αυτό έκανα».
«Στήνω τη φουφού για να βγάλω ένα μεροκάματο. Δυσκολίες πολλές, ζέστη κρύο, όλες τις εποχές του χρόνου. Κάποτε η δουλειά σου εξασφάλιζε ένα μεροκάματο, τώρα ο κόσμος δεν έχει λεφτά ενώ και τα παιδιά πλέον, που κάποτε ήταν σταθερή πελατεία, ναι μεν έρχονται αλλά αρκετά στρέφονται στους γύρους, στα γαριδάκια κοκ».
Χειμώνα καλοκαίρι
Ο κ. Γιώργος Καψιώχας είναι ένας ακόμη πλανόδιος πωλητής. Το καλοκαίρι πουλά την περιποιημένη ρόκα του και το χειμώνα πουλά κάστανα που ψήνονται και «γαργαλούν» τις μύτες των περαστικών στην Κεντρική Γέφυρα της πόλης. Ο κ. Καψιώχας, ξεκίνησε πουλώντας λαχεία στο Βόλο και αποφάσισε να συνεχίσει ψένοντας κάστανα και ρόκες στα Τρίκαλα. Η δουλειά τον κούρασε αφού από τις έξι το απόγευμα μέχρι και πολύ μετά τα μεσάνυχτα είναι αναγκασμένος να μένει όρθιος στο πόστο του. Για αυτό χαριτολογώντας μας λέει ότι ψάχνει βοηθό μα δεν βρίσκει. Οι νέοι άνθρωποι δύσκολα την κάνουν τη δουλειά αυτή. Οι συνθήκες είναι δύσκολες, ενώ όσο μας εξιστορεί τα προβλήματα του επαγγέλματος, κάηκε από τη φουφού τουλάχιστον πέντε φορές. Πρέπει πραγματικά το επάγγελμα χωρίς στέγη να είναι δύσκολο, αλλά πολλές φορές δεν υπάρχει άλλη λύση. Την ίδια ώρα η κρίση περνά και από τα ψητά καλαμπόκια, με τις πωλήσεις της ρόκας, να έχουν πέσει ακόμη και 40%.
| |